Ως ευνοϊκή χρονιά για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις αναμένεται να εξελιχθεί το 2026 σε ό,τι αφορά το κόστος δανεισμού, καθώς όλα τα βασικά μακροοικονομικά δεδομένα συνηγορούν στη διατήρηση των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σταθερά στο 2% καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Ο πληθωρισμός, η πορεία της ανάπτυξης και οι κρίσιμοι οικονομικοί δείκτες που λαμβάνει υπόψη της η ΕΚΤ δείχνουν ότι δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για αλλαγή της νομισματικής πολιτικής στο άμεσο μέλλον.
Σύμφωνα με ευρωπαϊκές πηγές με γνώση των αναλύσεων που γίνονται στη Φρανκφούρτη, ο πληθωρισμός αναμένεται να παραμείνει κοντά στον στόχο του 2% και το 2026, ενώ η ευρωπαϊκή οικονομία εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να κινείται σε περιβάλλον χαμηλής, αλλά σταθερής ανάπτυξης.
Ασθενής ανάπτυξη χωρίς δραματικές μεταβολές
Το τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους η ευρωζώνη κατέγραψε ρυθμό ανάπτυξης 1,4% σε ετήσια βάση, ελαφρώς υψηλότερο από τις αρχικές προβλέψεις. Ωστόσο, οικονομικοί αναλυτές επισημαίνουν ότι η εξέλιξη αυτή σχετίζεται κυρίως με την προσωρινή αύξηση των ευρωπαϊκών εξαγωγών προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, λόγω της ανησυχίας για ενδεχόμενη επιβολή δασμών.
Η εικόνα αυτή αναμένεται να εξομαλυνθεί, με αποτέλεσμα η ανάπτυξη να υποχωρήσει εκ νέου σε χαμηλότερα επίπεδα τους επόμενους μήνες. Τα δεδομένα αυτά ενισχύουν τη στρατηγική της ΕΚΤ για διατήρηση των επιτοκίων σταθερών, ενώ το ενδεχόμενο νέας μείωσης κάτω από το 2% θεωρείται προς το παρόν απίθανο, καθώς θα προϋπέθετε μια απότομη επιδείνωση της ευρωπαϊκής οικονομίας, κάτι που δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα.
Οι τράπεζες «βλέπουν» αυξημένη ζήτηση για δάνεια
Τη στρατηγική των σταθερών επιτοκίων έχουν ήδη ενσωματώσει στις προβλέψεις τους και οι τράπεζες, οι οποίες εκτιμούν ότι το 2026 θα συνεχιστεί η ισχυρή πιστωτική επέκταση σε στεγαστικά, επιχειρηματικά και καταναλωτικά δάνεια. Σημαντικό ρόλο αναμένεται να διαδραματίσει και ο αυξανόμενος ανταγωνισμός μεταξύ των τραπεζικών ιδρυμάτων, ο οποίος έχει ήδη αρχίσει να αποτυπώνεται σε μικρές μειώσεις επιτοκίων στα στεγαστικά δάνεια.
Για το 2026, η αύξηση των στεγαστικών δανείων εκτιμάται ότι θα κινηθεί γύρω στο 10%, ποσοστό αντίστοιχο με αυτό της φετινής χρονιάς.
Άνοδος στις εκταμιεύσεις στεγαστικών
Οι εκταμιεύσεις νέων στεγαστικών δανείων προβλέπεται να φθάσουν τα 3,1 δισ. ευρώ το 2026, από 2,6 δισ. ευρώ το 2025, καταγράφοντας αύξηση περίπου 20%. Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται τόσο στη δυναμική του προγράμματος «Σπίτι μου ΙΙ», μετά τις βελτιώσεις που υιοθέτησε η κυβέρνηση, όσο και στο περιβάλλον χαμηλού κόστους χρήματος.
Παράλληλα, παραμένει χαμηλός ο βαθμός διείσδυσης της στεγαστικής πίστης στις αγοραπωλησίες ακινήτων στη χώρα. Το 2024, σε συνολικές συναλλαγές ύψους 10 δισ. ευρώ, τα στεγαστικά δάνεια κάλυψαν μόλις 1,8 δισ. ευρώ, ενώ για το 2025, με αγοραπωλησίες που εκτιμώνται στα 12 δισ. ευρώ, τα στεγαστικά αναμένεται να ανέλθουν σε 2,6 δισ. ευρώ, στοιχείο που αφήνει περιθώρια περαιτέρω ανόδου τα επόμενα χρόνια.
Θετικές ενδείξεις σε καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια
Ανοδική πορεία παρουσιάζει και η καταναλωτική πίστη, εξέλιξη που συνδέεται με τη βελτίωση των εισοδημάτων και τη γενικότερη οικονομική σταθερότητα. Σημαντικό στοιχείο είναι ότι η ζήτηση για καταναλωτικά δάνεια δεν φαίνεται να σχετίζεται με την κάλυψη βασικών αναγκών.
Ιδιαίτερα θετικές είναι οι προοπτικές και για τα επιχειρηματικά δάνεια, τα οποία εκτιμάται ότι θα συνεχίσουν να αυξάνονται με διψήφιους ρυθμούς και το 2026, υψηλότερους από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η εξέλιξη αυτή συνδέεται με τα μεγάλα έργα υποδομών και τις επενδύσεις που υλοποιούνται στη χώρα μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και άλλων ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων, με έμφαση στη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.






