Ποια είναι η σχέση της πολιτικής με την επιστήμη σήμερα όπου ο «επιστημονισμός» τείνει να εξελιχθεί σε θέσφατο, ως κάποια νέα θρησκεία που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση; Και για ποια επιστήμη μιλάμε; Την επιστήμη που απευθύνεται στις κοινωνίες με γνώμονα το γενικότερο καλό; Ή την κατευθυνόμενη από ιδιωτικά συμφέροντα προς τις κυβερνήσεις και τα πολιτικά γραφεία ανά τον κόσμο με μοναδικό σκοπό τα υπερκέρδη;
Αυτά τα βασικά ζητήματα που απασχολούν όλο και περισσότερο τις παγκόσμιες κοινωνίες, οι οποίες στην εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης μοιάζουν να έχουν χαθεί σε έναν ορυμαγδό άπειρων επιστημονικών ανακοινώσεων και προσεγγίσεων, τέθηκαν στο διεθνές συνέδριο στην Ακαδημία Αθηνών που άρχισε χθες και ολοκληρώνεται αύριο. Διοργανωτές είναι το Μαριολοπούλειο – Καναγκίνειο Ίδρυμα Επιστημών Περιβάλλοντος και το European Network of Scientists for Social and Environmental Responsibility (ENSSER)
Ως πρώτη γενική διαπίστωση όλων των εισηγητών είναι ότι πολλοί επιστήμονες αισθάνονται ότι η φωνή τους δεν εισακούγεται από τους πολιτικούς, παρά το γεγονός ότι οι απόψεις τους βασίζονται σε αξιόπιστες και τεκμηριωμένες έρευνες. Ως δεύτερη, ότι η ανεξαρτησία των επιστημόνων συμπιέζεται από ιδιωτικά συμφέροντα που χρησιμοποιούν την επιστήμη για να επιβάλλουν στις κυβερνήσεις πολιτικές με μοναδική στόχευση της δική τους κερδοφορία.

«Πρόκειται για την αντίφαση μεταξύ του επίσημου δημόσιου λόγου της ανεξαρτησίας της επιστήμης από οποιαδήποτε ιδιωτικά συμφέροντα ή επιρροές που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την επιστημονική αντικειμενικότητα και της πραγματικότητας που έχει διαμορφωθεί από τα μέσα του 20ού αιώνα», σημειώνει ο ομότιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Λάνκαστερ, Μπράιαν Γουάιν, για να συμπληρώσει στη συνέχεια: «Η επιστήμη που θεωρείται ως δημόσια και ανεξάρτητη έχει επί δεκαετίες καταστεί ελεγχόμενη και κατευθυνόμενη από ιδιωτικούς εταιρικούς φορείς και συμφέροντα».

Στην ίδια κατεύθυνση η Αντρέα Μπέστε, γεωπόνος, πτυχιούχος γεωγράφος και εδαφολόγος, στο Πανεπιστήμιο του Μάιντζ, παρέθεσε ως παράδειγμα τη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την προστασία του εδάφους που αποτέλεσε εξαίρεση στον γενικό κανόνα της επίδρασης την οποία έχουν τα διάφορα συμφέροντα (επικαλούμενα την επιστημονική γνώση πάντοτε ως επίφαση).
Και αυτό καθώς αποσκοπούσε να μείνει μακριά από την επιρροή των διαφόρων λόμπι που δρουν στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο. «Διάφορα λόμπι άσκησαν τεράστια επιρροή, ανησυχώντας ότι οι κανονισμοί για την προστασία του εδάφους θα μπορούσαν να υπεισέλθουν στην ελευθερία της αγροτικής διαχείρισης», ανέφερε. «Η επιστήμη για να ανταποκριθεί στα δημοκρατικά και κοινωνικά αιτήματα, πρέπει να τεθούν υπό αμφισβήτηση οι οικονομικές πιέσεις που περιορίζουν τον επιστημονικό διάλογο. Μόνο τότε μπορούμε να αρχίσουμε να ξαναχτίζουμε τη σχέση μεταξύ επιστήμης, χάραξης πολιτικής με βάση τις αρχές του δημόσιου συμφέροντος», τόνισε η Ιρίνα Κάστρο, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Κοίμπρα της Πορτογαλίας.
«Η άνοδος του νεοφιλελευθερισμού έχει υπονομεύσει τα πανεπιστήμια ως χώρους ανεξάρτητης σκέψης, ωθώντας στην ανάπτυξη της λεγόμενης “επιστήμης ουδέτερης αξίας” (value neutral science). Για να γίνει η επιστήμη θετική δύναμη αλλαγής, πρέπει να αναλογιστούμε την κοσμοθεωρία και τις αξίες της επιστήμης και να αντιμετωπίσουμε τη νεοφιλελεύθερη αναμόρφωση της παραγωγής επιστημονικής γνώσης», σημείωσε στην παρέμβασή του ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Ζυρίχης, Εφραίμ Πόρτνερ
Εφημερίδα Απογευματινή