Σε μία από τις πρώτες επίσημες τοποθετήσεις της ελληνικής κυβέρνησης μετά την εμπλοκή των Ηνωμένων Πολιτειών στη σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, Θανάσης Κοντογεώργης, εξέφρασε στην ΕΡΤ1 την έντονη ανησυχία της Αθήνας για την κλιμάκωση της έντασης στην περιοχή.
Όπως ανέφερε, «είμαστε εξαιρετικά προβληματισμένοι από την επιδείνωση της κατάστασης», τονίζοντας παράλληλα πως η Ελλάδα παραμένει σταθερή στις δύο βασικές θέσεις της από την αρχή της κρίσης: Πρώτον, ότι το Ιράν δεν πρέπει να αποκτήσει πυρηνικά όπλα και, δεύτερον, πως η επίλυση του ζητήματος πρέπει να προέλθει μέσα από διπλωματική διαδικασία.
Ο κ. Κοντογεώργης επεσήμανε ότι η Ευρώπη, παρά τις προσπάθειες, δεν έχει τη δυνατότητα να επιβάλει λύση και πως αυτό καθίσταται σαφές από τις πρόσφατες συνομιλίες. «Την πραγματική επιρροή την έχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Όσον αφορά τη στάση της Ελλάδας, ξεκαθάρισε ότι η χώρα δεν θα εμπλακεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο στις στρατιωτικές επιχειρήσεις. «Η εξωτερική μας πολιτική είναι βασισμένη σε αρχές και αυτήν τη στάση θα συνεχίσουμε να τηρούμε», τόνισε.
Σε ερώτηση για τις πιθανές οικονομικές επιπτώσεις από την κρίση, παραδέχθηκε ότι υπάρχει αβεβαιότητα. «Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τι θα φέρουν οι επόμενες 48 ώρες ή οι επόμενες ημέρες», είπε, επισημαίνοντας όμως ότι η ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται σε πλήρη ετοιμότητα, ιδίως σε ό,τι αφορά ζητήματα όπως ο πληθωρισμός, η ναυτιλία και ο τουρισμός.
Ένας παράγων που δυσχεραίνει τις εκτιμήσεις, αναγνώρισε, είναι ότι μιλάμε για «μια περιοχή στην οποία δεν χωρούν σενάρια και γραμμικές προβλέψεις». Με άλλα λόγια, «εκτιμήσεις μπορούν να γίνουν, αλλά πάντα η Μέση Ανατολή επιφυλάσσει εκπλήξεις. Ανησυχούμε, δεν φοβόμαστε», τόνισε εξ άλλου.
«Μιλάμε για γεγονότα με παγκόσμιο αποτύπωμα, αν λέει κανείς ότι κάποια χώρα θα μείνει ανεπηρέαστη, αυτό είναι τουλάχιστον αφελές. Όμως, η οικονομία μας δεν είναι φτερό στον άνεμο. Οι συνθήκες, στις οποίες μας βρίσκει αυτή η κρίση, είναι σίγουρα πολύ καλύτερες από ό,τι ήταν στο παρελθόν, και ως προς τα δημοσιονομικά και ως προς το κουμάντο που έχουμε κάνει για τέτοιες περιόδους κρίσης», διαβεβαίωσε δε. Ενώ ερωτηθείς συγκεκριμένα για πιθανές επιπτώσεις στον τουρισμό, είπε πως «πλην της αγοράς του Ισραήλ, δεν έχουμε άλλες ενδείξεις ότι ακυρώνονται κρατήσεις».
Και στο ερώτημα, αν η εν εξελίξει σύρραξη μπορεί να επηρεάσει τις κυβερνητικές εξαγγελίες στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ δήλωσε: «Η δική μας βούληση και εκτίμηση είναι ότι αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει. Το μάκρος μιας κρίσης προφανώς επηρεάζει τις ευρύτερες συνθήκες». Εν κατακλείδι, η κατεύθυνση που έχει η κυβέρνηση για τη ΔΕΘ, – δηλαδή φοροαπαλλαγές, βελτίωση εισοδημάτων, και Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων – «αυτή δεν θα αλλάξει».
Ενώ σε ένα άλλο ερώτημα, αν θα στηριχθούν οι πιο ευάλωτοι σε περίπτωση ενεργειακής κρίσης, ο Θ. Κοντογεώργης ήταν κατηγορηματικός: «Αυτό είναι δεδομένο, το έχουμε δείξει πολλές φορές. Αν υπάρξουν σοβαρές αναπροσαρμογές, η κυβέρνηση θα παρέμβει».
Ένα άλλο θέμα που ετέθη, ήταν οι θέσεις του υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας, Χακάν Φιντάν για τη μουσουλμανική μειονότητα στη χώρα μας και το Κυπριακό. Επ’ αυτών, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ παρατήρησε ότι τέτοιες δηλώσεις «δεν βοηθούν και δεν είναι παραγωγικές. Σε σχέση με το Κυπριακό είναι γνωστό το πλαίσιο που έχει τεθεί από τις Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, ποια μπορεί να είναι λύση και ποιος ο δρόμος. Εμείς είμαστε σε έναν πολιτικό διάλογο με την Τουρκία, οι διαχωριστικές γραμμές είναι σαφείς».
Και έκλεισε την απάντησή του υπογραμμίζοντας ότι «επειδή η Ελλάδα αυτά τα τελευταία χρόνια ασκεί τα κυριαρχικά δικαιώματά της, προφανώς αυτό προκαλεί και ευρύτερες αντιδράσεις. Εμείς όμως αισθανόμαστε αυτοπεποίθηση με την εξωτερική πολιτική μας, – σε ένα περιβάλλον εξαιρετικά ευμετάβλητο – και με ένα τρόπο που δεν παράγουμε θόρυβο. Είναι ουσιαστικός, αποτελεσματικός. Να έχουμε εμπιστοσύνη στην εξωτερική πολιτική μας», ζήτησε τέλος.