Ήταν 4 Οκτωβρίου του 1974. Είχαν ήδη περάσει τρεις μήνες από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας και την πτώση της δικτατορίας, μία ιστορική πολιτική διαδικασία που είχε ως πρωταγωνιστή τον αυτοεξόριστο στο Παρίσι ιδρυτή και αρχηγό της προδικτατορικής ΕΡΕ και επί μία οκταετία πρωθυπουργό, τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.
Όπως και το 1955 -όταν ο Καραμανλής διαδέχθηκε τον Παπάγο στον Ελληνικό Συναγερμό, φρόντισε, μόλις ανέλαβε τα ηνία του κόμματος να ιδρύσει άλλο κόμμα με την ίδια βάση στελεχών, την ΕΡΕ (Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση)- έτσι και το 1974 αντί να βασιστεί μόνον στους παλαιούς συνεργάτες του διαιωνίζοντας την πολιτική ύπαρξη της ΕΡΕ, αποφάσισε να ιδρύσει άλλον πολιτικό φορέα, τη Νέα Δημοκρατία, ώστε να παραπέμπει σε κάτι νέο και όχι να θυμίζει τις προδικτατορικές εποχές των έντονων πολιτικών παθών και συγκρούσεων.
Έτσι η Δεξιά, με εκτεταμένη ιδεολογική, αλλά και σε πρόσωπα, ανασύνθεση, ανασυγκροτήθηκε με το όνομα Νέα Δημοκρατία από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Η παλαιά Δεξιά είχε δώσει τη θέση της σε ένα ευρωπαϊκό κεντροδεξιό κόμμα. Στην Ιδρυτική Διακήρυξη του κόμματος αναφέρονταν μεταξύ άλλων:
«Η Νέα Δημοκρατία είναι η πολιτική παράταξη που ταυτίζει το έθνος με τον λαό, την πατρίδα με τους ανθρώπους της, την πολιτεία με τους πολίτες της, την εθνική ανεξαρτησία με τη λαϊκή κυριαρχία, την πρόοδο με το κοινό αγαθό, την πολιτική ελευθερία με την έννομη τάξη και την κοινωνική δικαιοσύνη».
Ένα μήνα μετά, τον Νοέμβριο του 1974 διεξάγονται οι πρώτες ελεύθερες εκλογές μετά την πτώση της δικτατορίας των Συνταγματαρχών. Η Νέα Δημοκρατία κερδίζει τις εκλογές με συντριπτική πλειοψηφία 54,37% και εξασφαλίζει 220 έδρες στο Κοινοβούλιο. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας με σταθερά βήματα προχωρεί στην ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (τότε ΕΟΚ και νυν Ευρωπαϊκή Ένωση).
Οι ηγέτες-πρωταγωνιστές και όχι οι ηγέτες–κομπάρσοι είναι εκείνοι που διαμορφώνουν ιδεολογία. Και την προσαρμόζουν και στα μέτρα τους. Το έκανε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, το έκανε και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Πολύ πριν πάντως από τις λεξιπλασίες του Ανδρέα ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής εκείνος που εφηύρε ιδεολογία η οποία να αντιπροσωπεύει το κόμμα που ίδρυσε: Τον ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό που κωδικοποιήθηκε ως «καραμανλισμός».
Σε μία εποχή, μετά τη Μεταπολίτευση, που, δικαιολογημένα, λόγω της προηγηθείσας Δικτατορίας η ιδεολογία της Αριστεράς αλλά και η αριστερή διανόηση ήταν στο ζενίθ τους, ο Καραμανλής διείδε την ανάγκη να αναβαπτίσει την ιδεολογία της Δεξιάς μέσα από μία νέα φόρμα, την οποία θα προσδιόριζαν τα στοιχεία της πολιτικής που θα ακολουθούσε στη συνέχεια ως πρωθυπουργός. Και έτσι προέκυψε ο ριζοσπαστικός φιλελευθερισμός, ο οποίος συνέθετε πολλές πολιτικές σε σημείο ώστε να κατορθώνει να «παντρεύει» ακόμη και την ελευθερία της αγοράς με τον κρατισμό σε αρκετές περιπτώσεις. Πιο κοντά στη σύλληψη της έννοιας του ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού «βρέθηκε» αυτό που είχε πει κάποτε ο Ευάγγελος Αβέρωφ για τη ΝΔ ότι «είμαστε Δεξιοί όσον αφορά στα εθνικά θέματα, φιλελεύθεροι όσον αφορά στην οικονομία και Αριστεροί όσον αφορά στην κοινωνία». Και οι τρεις βεβαίως ιδεολογικές αυτές ιδιότητες μόνο στην πράξη μπορεί να επιβεβαιωθούν. Και η Νέα Δημοκρατία τις έχει επιβεβαιώσει και με το παραπάνω…
Όταν το 1980 ο Καραμανλής εγκατέλειψε το κόμμα του, πολλοί τον κατηγόρησαν ότι επειδή διείδε ότι θα έχανε τις εκλογές που επέρχονταν προτίμησε τη σιγουριά του Προεδρικού θώκου. Εν πρώτοις είναι θεμιτό για κάθε πολιτικό που υπηρέτησε τα κοινά επί τόσο μακρύ χρονικό διάστημα να θέλει να αποσυρθεί της ενεργού πολιτικής, επιλέγοντας ως επιστέγασμα της πορείας του αυτής μία θέση ανάλογη της πορείας που είχε διατρέξει. Για άλλους, βεβαίως, αυτό μπορεί να είναι πολιτικός καιροσκοπισμός. Στην περίπτωση αυτή ισχύει το «ο (πολιτικώς) αναμάρτητος, πρώτος τον λίθον βαλέτω».
Ο Καραμανλής, με τη Νέα Δημοκρατία, είχε αποκαταστήσει τους δημοκρατικούς θεσμούς, είχε θέσει τέρμα, με τη βοήθεια του λαού και των λοιπών κομμάτων, στο εκκρεμές επί πολλά έτη ζήτημα του Πολιτεύματος, είχε βάλει την Ελλάδα στην ΕΟΚ -μία σωτήρια για τη χώρα εξέλιξη όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια και αποδεικνύεται μέχρι σήμερα- και, επομένως δικαιούτο και μία τιμητική απόσυρση. Βεβαίως, κανείς δεν έχει αδιάσειστα επιχειρήματα για να αντικρούσει εκείνους που υποστήριξαν ότι η επιλογή Καραμανλή ήταν καθαρά πολιτική, διότι σε έναν ηγέτη όπως αυτός δεν θα άρεσε μία εκλογική ήττα, μετά μάλιστα από όσα είχε κάνει από το 1974 που επέστρεψε στην Ελλάδα μέχρι την απόφασή του να μεταπηδήσει στην Προεδρία της Δημοκρατίας. Άλλωστε, όπως έχουν πει συνεργάτες του Ανδρέα Παπανδρέου, μία συμβουλή που είχε δώσει ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας ο Καραμανλής στον νέο πρωθυπουργό, το 1981, ήταν: «Πρόσεχε, γιατί ο λαός είναι αχάριστος…».
Μέχρι σήμερα η Νέα Δημοκρατία έχει να επιδείξει 8 πολιτικούς αρχηγούς. Τον ιδρυτή του κόμματος διαδέχθηκαν μέχρι σήμερα 7 κορυφαία στελέχη της Νέας Δημοκρατίας κατά χρονολογική σειρά: ο Γεώργιος Ράλλης, ο Ευάγγελος Αβέρωφ, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ο Μιλτιάδης Έβερτ, ο Κώστας Καραμανλής, ο Αντώνης Σαμαράς, ο Κυριάκος Μητσοτάκης
Ασφαλώς και η αποχώρηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή από την ενεργό πολιτική, με τη μεταπήδησή του στην Προεδρία της Δημοκρατίας, είχε τις επιπτώσεις της στην πορεία του κόμματος, αφού η επταετής παραμονή του νεοϊδρυθέντος το 1974 κόμματος στην εξουσία, δημιούργησε την αίσθηση στο εκλογικό σώμα ότι θα μπορούσε αυτό να πειραματισθεί με μία εναλλαγή στην εξουσία, ενώ η παγίωση της Δημοκρατίας από τον Καραμανλή παρείχε τα εχέγγυα μιας κυβερνητικής αλλαγής, κατά το πρότυπο των εναλλαγών στην εξουσία, σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Εφημερίδα Απογευματινή