Μαδώντας τη μαργαρίτα

Σε αυτό το «παιγνίδι» σοβαρή συμμετοχή έχουμε και εμείς οι δημοσιογράφοι.
11:17 - 15 Νοεμβρίου 2025
Γιατί όχι

Μάλλον είναι χαρακτηριστικό της πολιτικής και όσων ασχολούνται με αυτή να παρεκκλίνουν ενίοτε ως προς τον προβληματισμό τους από τα κρίσιμα ζητήματα και να ασχολούνται με θεωρητικώς σοβαρά αλλά κατ’ ουσίαν επουσιώδη. Σε αυτό το «παιγνίδι» σοβαρή συμμετοχή έχουμε και εμείς οι δημοσιογράφοι.

Ένα από τα θεωρητικώς σοβαρά αλλά επουσιώδη θέματα, όπως προαναφέρθηκε, είναι ο προβληματισμός αν θα προκύψουν και άλλα κόμματα ή ποιες προεκλογικές συμμαχίες θα συμπτυχθούν, κυρίως στον χώρο της κατακερματισμένης Αριστεράς, λες και δεν μας φτάνουν τα ένδεκα ήδη κόμματα που δημοσκοπούνται μάλιστα στις έρευνες των τάσεων της κοινής γνώμης.

Το ερώτημα είναι τι παραπάνω θα μπορούσαν να προσφέρουν νέα κόμματα πέραν της δυνατότητας να δοθούν κάποιες άλλες διέξοδοι για δυσαρεστημένους ή διαμαρτυρομένους -όπως αυτοί που υπάρχουν σε κάθε κοινωνία ό,τι και να γίνεται-, είτε για να μην απόσχουν από την εκλογική διαδικασία είτε για να μην ψηφίσουν άκυρο ή λευκό.

Και έστω ότι στις προσεχείς εκλογές κατεβαίνουν άλλα τρία ή τέσσερα κόμματα μαζί με αυτά που ήδη δημοσκοπούνται, όπως προαναφέρθηκε, προκειμένου να συλλέξουν ψήφους δυσαρεστημένων ή αυτών που θέλουν να στείλουν μήνυμα προς την κυβέρνηση – και πάντως όχι εκ του ασφαλούς, όπως είναι οι αρνητικές για μια κυβέρνηση απαντήσεις στις δημοσκοπήσεις. Τι θα σημάνει η διασπορά ψήφων;

Κατ’ αρχάς αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Και αυτό διότι δεν υπάρχει άλλος δυνητικός κυβερνητικός πόλος, αξιόπιστος ώστε να κατευθυνθούν εκεί οι ψήφοι δυσαρεστημένων και διαμαρτυρομένων όπως στο παρελθόν, στα χρόνια της Μεταπολίτευσης, όταν υπήρχε το δίπολο Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ. Θα σχηματιστούν κυβερνήσεις συνεργασίας, που, αν εξαιρέσει κανείς τη συγκυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ σε περίοδο ειδικών συνθηκών, όλες οι άλλες στην ελληνική ιστορία δεν ήταν απλώς βραχύβιες, ήταν και απολύτως αναποτελεσματικές.

Ιστορικώς στη χώρα μας οι πολυκομματικές κυβερνήσεις -ελέω βεβαίως του εκλογικού συστήματος τότε- είχαν κοινοβουλευτική διάρκεια ολίγων μόνο μηνών. Συγκεκριμένα μεταπολεμικώς μία κυβέρνηση που κατόρθωσε να παραμείνει περισσότερο στην εξουσία, δηλαδή έναν χρόνο και ειδικότερα μεταξύ Οκτωβρίου του 1951 και Οκτωβρίου του 1952, ήταν η κυβέρνηση Πλαστήρα σε συνεργασία με το κόμμα των Φιλελευθέρων.

Όλες οι άλλες κυβερνήσεις που είχαν συγκροτηθεί από το 1947 έως το 1951 (Σοφούλη, Διομήδη, Σοφοκλή Βενιζέλου και Πλαστήρα) είχαν διάρκεια από δύο έως τρεις μήνες, με μία εξαίρεση εξαμηνιαίας παραμονής στην εξουσία μίας κυβέρνηση Διομήδη.

Αντιλαμβάνεται κανείς τι πρόκειται να συμβεί στη χώρα, που βρίσκεται μεν σήμερα σε τροχιά που αφήνει πίσω της το οικονομικό παρελθόν αλλά με ανοικτά ακόμη ζητήματα, που απαιτούν επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων και με ανύπαρκτες δομές απρόσκοπτης λειτουργίας της κρατικής μηχανής, σε περιπτώσεις ακυβερνησίας. Είναι οι περιπτώσεις όπου η θεραπεία των ζημιών που έχουν γίνει θα απαιτήσει και περισσότερο χρόνο για την «ανάρρωση» και ασφαλώς μεγαλύτερες θυσίες…

Εφημερίδα Απογευματινή