Πολιτικοί και σχολιαστές που ανήκουν ή στηρίζουν τη δεξιά αλλά και την αριστερή αντιπολίτευση στη διακυβέρνηση Μητσοτάκη επιμένουν ότι ήταν λάθος η επιλογή του πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη να ευθυγραμμιστεί με τις δυτικές δυνάμεις και τις ευρωπαϊκές στη στήριξη του Κιέβου μετά την εισβολή των Ρώσων το 2022.
Οι εν λόγω προσεγγίσεις εκφράζουν προσήλωση σε μια αδρανή «ουδετερότητα» που θα μπορούσε να ακολουθήσει η Αθήνα, προβάλλοντας ως σωστό μοντέλο τη στρατηγική της Άγκυρας. Προφανώς κάνουν ένα ακόμη λάθος στις προβολές τους οι συγκεκριμένοι, αφού είναι δεδομένο ότι η Ελλάδα ως μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ με στενή σχέση με τις ΗΠΑ θα έπρεπε να κάνει αυτό που ακριβώς έκανε, στον βαθμό που το έκανε. Το να είσαι αφερέγγυος σύμμαχος δεν αποτελεί πλεονέκτημα, ούτε σου δίνει διαπραγματευτική ευρύτητα. Εκτός των άλλων, συγχέουν μια χώρα του ευρωπαϊκού πυρήνα στη Δύση με την ασιατική Τουρκία, που πέραν της έκτασης, του όγκου και των δυνατοτήτων της, είναι συνηθισμένο να διατηρεί τέτοιους ρόλους και στρατηγικές. Το μοντέλο που προτείνουν ιστορικά παραπέμπει σε εμφυλίους και αποσταθεροποίηση, όπως συμβαίνει στην παρούσα φάση στη Σερβία.
Το κρίσιμο στοίχημα που έχει μπροστά της τώρα η Ελλάδα είναι ότι ο πόλεμος οδεύει προς το τέλος του. Χρειάζεται δηλαδή μια προσαρμογή της στρατηγικής από αυτήν που ακολουθούνταν με ασφάλεια τα προηγούμενα χρόνια. Το να συνεχίσει η Ελλάδα να είναι πλήρως εναρμονισμένη με την τρόικα Γαλλία – Βρετανία – Γερμανία και τις εμμονές Ζελένσκι θα αποτελέσει λάθος. Έστω και αν η Αθήνα επιθυμεί εμπλοκή της στη διαχείριση του λιμανιού της Οδησσού, το ζητούμενο είναι το κατά πόσο θα εξάρει με δημόσια τοποθέτηση τις ειρηνευτικές πρωτοβουλίες και θέσεις της προεδρίας Τραμπ, αλλά και τι συνεννοήσεις θα εξελίξει με τους Αμερικανούς για την επόμενη ημέρα στην Ουκρανία στο πεδίο της εκκλησιαστικής διπλωματίας των Ορθοδόξων.
Εφημερίδα Απογευματινή