Οι έννοιες του Διεθνούς Δικαίου και της «διεθνούς τάξης», όπως τις σπουδαιολογεί η Αθήνα, δείχνουν ότι εγκλωβίζουν την ελληνική διεθνή πολιτική και στερούν από τη χώρα μας κρίσιμους χειρισμούς στο ρεαλιστικό επίπεδο. Ως προς το Διεθνές Δίκαιο, πάντα αποτελεί πλαίσιο συζήτησης ακόμη και με τον πιο επιθετικό συνομιλητή. Είναι όμως βάση επιχειρηματολογίας και όχι αρχή και τέλος μιας στρατηγικής.
Πολύ περισσότερο η αφοσίωση σε μια «διεθνή τάξη» που πλέον ουσιαστικά έχει καταρρεύσει. Ποτέ στη διεθνή πολιτική δεν μπορούμε να δεχθούμε μια αιώνια «διεθνή τάξη». Για παράδειγμα, από τις αρχές του 2025 είναι φανερό ότι η πολυμερής διπλωματία μέσω διεθνών οργανισμών και διεθνών οντοτήτων, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν έχει τη σημασία και τον ρόλο που είχε. Αυτό δεν αφορά μόνον την Ευρώπη αλλά τον κόσμο ακόμη και στο πεδίο της διεθνούς οικονομίας αν υπολογίσουμε τη ραγδαία αποδόμηση του ρόλου της G7.
Στις περιόδους της δομικής αλλαγής των συνθηκών, των προτύπων και των δυναμικών στο διεθνές περιβάλλον οι κερδισμένοι πέραν των δυνάμεων που επηρεάζουν με τον όγκο και την ισχύ τους -στρατιωτική, πολιτική, οικονομική ή ως κυρίαρχη κουλτούρα- την πορεία του πλανήτη είναι αυτοί που θα προσαρμοσθούν πιο γρήγορα στο νέο περιβάλλον και θα επιλέξουν τους κατάλληλους χειρισμούς για την ενίσχυση ή τη διατήρηση ενός ισχυρού και πειστικού διεθνούς προφίλ.
Η Ελλάδα σε διάφορα πεδία, μεταξύ αυτών όσα κυριαρχούν ως ζώνες έντασης όπως η Μέση Ανατολή και η Ουκρανία, δεν δείχνει να έχει αντιληφθεί ως ηγεσία τις αλλαγές που έχουν συμβεί μέσα σε ελάχιστους μήνες. Με σειρά από συμβατικές στο προηγούμενο διεθνές περιβάλλον δηλώσεις και επιλογές την αφήνουν «ουραγό» και «αναλώσιμη» στις εξελίξεις. Αυτό ήδη κοστίζει ακριβά. Είναι επείγον η Ελλάδα να γίνει και πάλι «παίκτης» στον βαθμό που η θέση και ο ρόλος της το επιτρέπουν.
Εφημερίδα Απογευματινή