Συνηθίζει ο θυμόσοφος λαός στις επικλήσεις του προς το θείο να λέει, Θεέ μου, δώσε μου όσα μπορώ να αντέξω. Είναι μια παράκληση ώστε η μοίρα να μην επιβάλει στον άνθρωπο την πιο μεγάλη δοκιμασία. Και δεν χωρεί αμφιβολία ότι όταν ένας γονιός χάνει το παιδί του, είναι μια δοκιμασία που ούτε μπορεί να αντέξει αλλά και που δεν μπορεί να συλλάβει ο ανθρώπινος νους.
Η υπόθεση των Τεμπών με τα νεαρά θύματα υπήρξε ασφαλώς τραγική. Συγχρόνως όμως αποτέλεσε την ευκαιρία συγκυριακής πολιτικής εκμετάλλευσης στην οποία, μέσα στην οδύνη των οικογενειών και στο σοκ που ήταν φυσικό να υποστούν, συμμετείχαν και συγγενείς των θυμάτων. Και όσοι πολιτικοί επιχείρησαν να εκμεταλλευθούν προς όφελός τους την οδύνη αυτή διέπραξαν μεγίστη Ύβριν στη μνήμη των αθώων θυμάτων.
Το θλιβερό αυτό ζήτημα εξακολουθεί να είναι για μερίδα του αντιπολιτευόμενου την κυβέρνηση πολιτικού κόσμου αντικείμενο εύκολης εκμετάλλευσης, καθώς η τραγικότητά του ευαισθητοποιεί, όπως είναι φυσικό, την κοινωνία. Και καρπούς από την ευαισθητοποίηση αυτήν επιδιώκουν να δρέψουν κάποιοι. Τελευταία αφορμή για τέτοιου είδους τακτικές είναι η απαίτηση γονέα να γίνει εκταφή του αδικοχαμένου παιδιού του. Θεμιτό εκ πρώτης όψεως το αίτημα, εφόσον όμως συντρέχουν οι προϋποθέσεις που θα επέβαλλαν αναντίρρητα κάτι τέτοιο.
Διότι συνήγορος οικογένειας με τρία μάλιστα θύματα στο δυστύχημα εκείνο είπε σε συνέντευξή του σε ραδιοφωνική εκπομπή ότι οι ταφές των θυμάτων έγιναν νομότυπα, με βάση τέσσερα διαφορετικά έγγραφα με τα οποία από τις πλέον αρμόδιες Αρχές πιστοποιούνταν και το DNA των θυμάτων με αντίστοιχη λήψη από τους συγγενείς, ώστε να μη γίνει λάθος στην ταυτοποίηση, αλλά πιστοποιούνταν επίσης και η αιτία του θανάτου των θυμάτων.
Διατυπώνονται διάφορες εικασίες για το τι θα σήμαινε η καθυστέρηση που θα επέφερε μια εκταφή, καθώς θα χρειάζονταν νέες ανακριτικές διαδικασίες αλλά και θα υπήρχαν κίνδυνοι παραγραφής των ποινικών ευθυνών, εκεί που υπάρχουν. Η ουσία είναι ότι κάποιοι σκοτώνουν τα παιδιά για δεύτερη φορά…
Εφημερίδα Απογευματινή