Σταθερότητα στόχων και ελεγχόμενη αισιοδοξία αποπνέει ο προϋπολογισμός για το μη εκλογικό 2026 που κατατέθηκε χθες στη Βουλή από τον υπουργό Οικονομικών κ. Πιερρακάκη. Με κεντρικές εκτιμήσεις για ανάπτυξη της τάξης του 2,4%, μέτρα στήριξης 1,76 δισ. ευρώ, πρωτογενές πλεόνασμα πιο συντηρητικό από το φετινό στο 2,8% του ΑΕΠ (έναντι 3,7% το 2025) και χρέος μειούμενο στο 138,2% του ΑΕΠ έναντι του 145,9% που μειώθηκε φέτος.
Ο προϋπολογισμός αντικατοπτρίζει τη στρατηγική της διακυβέρνησης Μητσοτάκη στον έβδομο χρόνο θητείας και επιβεβαιώνει μια πολύ καλή πορεία της εθνικής οικονομίας σε μια Ευρώπη που βρίσκεται σε μεγάλη δημοσιονομική και πολιτική αναστάτωση. Το όλο και πιο ισχυρό διεθνές προφίλ της χώρας, το οποίο επιβεβαιώνεται τόσο από τις συμφωνίες των τελευταίων εβδομάδων που άπτονται της διμερούς συνεργασίας με τις ΗΠΑ, όσο και από τις αναβαθμίσεις από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης αλλά και από την υποδοχή της οποίας τυγχάνουν ο πρωθυπουργός, οι υπουργοί και οι αξιωματούχοι σε κάθε επίσκεψή τους σε ξένη χώρα, μέχρι τη μακρινή Σιγκαπούρη, έχει περαιτέρω περιθώρια εξέλιξης.
Σε αντίθεση με αυτές τις παραδοχές, στα ποιοτικά στοιχεία των αλλεπάλληλων δημοσκοπήσεων καταγράφεται ένα κλίμα ανασφάλειας και απαισιοδοξίας στην κοινωνική συγκρότηση που καθορίζεται από τις συνθήκες στην καθημερινότητα στην Ελλάδα. Παρά την αύξηση των εισοδημάτων, την κλιμακωτή μείωση των φόρων, την ελαχιστοποίηση της ανεργίας πολύ κάτω από το όριο του 10% αλλά και την ανάσχεση πλέον της πληθωριστικής πίεσης που προκλήθηκε από εξωγενείς παράγοντες, οι Έλληνες νιώθουν πιεσμένοι από την ακρίβεια στα προϊόντα και τις υπηρεσίες αλλά και σε δυσχερή θέση εξαιτίας περισσότερο ενός αρνητικού κλίματος που προκύπτει από διαρθρωτικά ζητήματα στη διανομή του πλούτου. Οι πιέσεις στην απέραντη στην Ελλάδα μεσαία-μικροαστική τάξη συνεχίζονται.
Σε σημαντικό βαθμό το ζήτημα είναι πολιτικό και οραματικό. Η τεχνοκρατία δεν μπορεί να λύσει επιπλοκές μαζικής ψυχολογίας και κοινωνικής ενθάρρυνσης.
Εφημερίδα Απογευματινή











