Τότε που προσγειωνόµασταν στο Ελληνικό…

Ξύλινα ψυγεία, «Κλασσικά Εικονογραφηµένα», Κάντιλακ για λίγους και λεωφορεία µε εισπράκτορα συνθέτουν µία όχι και τόσο µακρινή εποχή, που σήµερα στους νέους φαντάζει... προϊστορική
16:30 - 9 Ιουνίου 2025
H Γεωργία Βασιλειάδου, μοναδική «Θεία από το Σικάγο», προσγειώνεται στο αεροδρόμιο του Ελληνικού

Στις 30 Μαΐου του 1962 ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραµανλής θεµελίωνε τον Ανατολικό Αερολιµένα του Ελληνικού, που έµελλε να περατωθεί 7 χρόνια µετά, το 1969, όταν την Ελλάδα κυβερνούσαν οι συνταγµατάρχες, µετά το πραξικόπηµα της 21ης Απριλίου του 1967. Το αεροδρόµιο είχε σχεδιαστεί από τον Αµερικανοφινλανδό αρχιτέκτονα Εερο Σααρίνεν. Στη συγκεκριµένη τοποθεσία του Ελληνικού το αεροδρόµιο είχε αρχίσει να κατασκευάζεται πριν από τον Πόλεµο.

Η περιοχή ονοµαζόταν Χασάνι και η κατασκευή του εκείνη την εποχή είχε ανατεθεί στον αρχιτέκτονα και πολιτικό µηχανικό Νίκο Σαλβαρλή. Η αποπεράτωση όµως του αερολιµένα εκείνου δεν ήταν δυνατόν να ολοκληρωθεί, λόγω της έναρξης του Β’ Παγκοσµίου Πολέµου, αλλά και του γεγονότος ότι ο συγκεκριµένος µηχανικός, που είχε αναλάβει το έργο, δεν ήθελε να συνεργαστεί µε τους Γερµανούς. Μετά τον Πόλεµο και για 48 χρόνια, δηλαδή από το 1945 έως το 1993, η Ελλάδα το είχε παραχωρήσει και στους Αµερικανούς να το χρησιµοποιούν και συγκεκριµένα για την Πολεµική τους Αεροπορία. Το Χασάνι λοιπόν χρησιµοποιούνταν από τις Ηνωµένες Πολιτείες ως βάση για τις επιχειρήσεις τους στη Μέση Ανατολή.

Το 1976 η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραµανλή -επί της πρωθυπουργίας του οποίου τη δεκαετία του ’60, όπως προαναφέρθηκε, είχε θεµελιωθεί ο Ανατολικός Αερολιµένας- ανέθεσε σε γαλλογερµανική κοινοπραξία την επιλογή νέας τοποθεσίας για τη µετεγκατάσταση του Αερολιµένος των Αθηνών. Επελέγησαν τα Σπάτα, όπου και κατασκευάστηκε το νέο αεροδρόµιο «Ελευθέριος Βενιζέλος». Να αναφέρουµε για την ιστορία, ότι από το αεροδρόµιο του Ελληνικού το τελευταίο σκάφος που αναχώρησε ήταν ένα Μπόινγκ 737 των Ολυµπιακών Αερογραµµών, µε κατεύθυνση τη Θεσσαλονίκη. Ο χώρος του αεροδροµίου του Ελληνικού είχε χρησιµοποιηθεί πολλές φορές και για το γύρισµα ταινιών του ελληνικού κινηµατογράφου. Να αναφέρουµε ενδεικτικά τις ταινίες «Η θεία από το Σικάγο», που είχε γυριστεί το 1957, «Ο Θόδωρος και το δίκαννο», «Ο Εµίρης και ο κακοµοίρης», «Η κόρη µου η σοσιαλίστρια», «Η θεία µου η χίπισσα», «Μαριχουάνα στοπ», «Βίβα Ρένα» κ.ά. ∆εν είναι µόνο τα παιδιά που δεν µπορούν να φανταστούν τους γονείς τους ως παιδιά. Πως ήταν και αυτοί κάποτε στη θέση τους, µε τις σκανταλιές τους και τα παιχνίδια τους που καµιά σχέση δεν έχουν µε τα σηµερινά παιχνίδια, την ηλεκτρονική ψυχαγωγία που προσφέρεται αφειδώς, αλλά που στερεί τα σηµερινά παιδιά από τη µαγεία της επινόησης παιχνιδιών για µία απλή διασκέδαση, που φάνταζε ίσως, τις εποχές εκείνες, εξωπραγµατική… Σήµερα και οι ίδιοι οι γονείς δυσκολεύονται να αναπολήσουν ίσως τα παιδικά τους χρόνια µε τις έγνοιες της καθηµερινότητας.

∆εν είχαν τις ανέσεις τότε που υπάρχουν σήµερα. Ζούσαν χωρίς Ιντερνετ και κινητά τηλέφωνα. Με ήθη πιο αυστηρά στα όρια του πουριτανισµού. Οµως αυτές οι ελλείψεις ή οι σηµερινές ελευθεριότητες δεν αρκούν για να τους στερήσουν κάποιες αµυδρές ίσως αναµνήσεις, όταν καταφέρουν να κάνουν µία αναδροµή στο παρελθόν τους. Νοσταλγώντας την εποχή τη δική τους. Την εποχή της στέρησης, αλλά και της ανυπόκριτης χαράς. Τι να πρωτοθυµηθεί κανείς! Τους τα θυµίζουν και τα µαθαίνουν και σ’ αυτούς τους νεότερους, που δεν το έχουν ζήσει, φωτογραφικά λευκώµατα που κυκλοφορούν και που στόχος τους είναι να αναδείξουν µε τις ασπρόµαυρες φωτογραφίες τους την καθηµερινότητα µιας άλλης εποχής που την εξοβέλισε η πρόοδος, αυτή η εξέλιξη που είναι για καλό και για κακό.

Οι παγοπώλες

Σε µία φωτογραφία βλέπουν οι νέοι σήµερα και θυµούνται οι παλιοί τα ψυγεία µε πάγο, που οι νοικοκυρές τον προµηθεύονταν κάθε πρωί από τον παγοπώλη, που έπιανε την κολόνα του πάγου µε την τσιµπίδα του για να τη µεταφέρει στο σπίτι. Μια καθηµερινή συνήθεια, µέχρι τη στιγµή που οι νοικοκυρές ανάσαναν όταν κατέφθασαν τα ηλεκτρικά ψυγεία της «Ιζόλα», του «Πίτσου» που κατασκευάζονταν εδώ.

Τότε η Ελλάδα βάδιζε τα πρώτα χρόνια της βιοµηχανοποίησής της, µέχρι που επέστρεψε στη… βιοµηχανία του αέρα. Των υπηρεσιών. Στα σπίτια κάποτε οι τοίχοι ποτίζονταν µε τη µυρωδιά του πετρελαίου της θερµάστρας ή του καµένου ξύλου της ξυλόσοµπας. Σε όσα σπίτια είχαν αυτήν την πολυτέλεια. Μας ήλθε η άνεση, το ερκοντίσιον και ό,τι δεν θα µπορούσε να φανταστεί ο νους στις προηγούµενες δεκαετίες, ειδικά αυτές µετά τον Πόλεµο, που η χώρα και ο λαός της προσπαθούσαν να ορθοποδήσουν. Μπορεί να σηµειώθηκε µεγάλη πρόοδος τεχνολογική, αλλά τίποτε δεν έχει αντικαταστήσει τη γεύση της κρέµας στο παγωτό ξυλάκι που έκανε µία δραχµή και που ήταν φθηνότερο κατά ένα πενηνταράκι από το ξυλάκι σοκολάτα.

Με συντροφιά την παρέα του Ντίσνεϊ

Το σηµερινό «κόλληµα» των παιδιών στο ∆ιαδίκτυο, µε το τάµπλετ και το κινητό, εκείνη την εποχή το υποκαθιστούσε η ανάγνωση των «Κλασσικών Εικονογραφηµένων». Του «Μικρού Ηρωα» και της «Μάσκας», του αστυνοµικού εβδοµαδιαίου περιοδικού, µικρού σχήµατος. Αργότερα η παιδική βιβλιοθήκη εµπλουτίστηκε µε τον Μίκυ Μάους και την παρέα του, τον Ντόναλντ και τα ανίψια του και τους άλλους πρωταγωνιστές του Ντίσνεϊ. Τι σπουδαία «ανακάλυψη» ήταν τα «Κλασσικά Εικονογραφηµένα», σε σχήµα µικρού περιοδικού, µε τις εικόνες που Το σημερινό «κόλλημα» των νέων στο τάμπλετ και το κινητό τότε το υποκαθιστούσε η ανάγνωση του «Μικρού Ηρωα» και της «Μάσκας», του Μίκυ Μάους και του Ντόναλντ  τεχνίας και των κολοσσών συγγραφέων της.

Λιγοστά τα αυτοκίνητα

Το κέντρο της Αθήνας δεν ήταν τόσο πολύβουο και µε τέτοια κίνηση αυτοκινήτων όπως σήµερα. Τον µόνο θόρυβο τον έκανε στις σιδερένιες γραµµές του -που µια µέρα ξήλωσε ο Κωνσταντίνος Καραµανλής- το τραµ που κατέβαινε κατάφορτο την Ιπποκράτους, µε τους γαβριάδες να σκαρφαλώνουν στα σκαλοπάτια της πόρτας ή στο ογκώδες έµβολο που εξείχε ως προφυλακτήρας στο πίσω µέρος του οχήµατος. Μπλε λεωφορεία «Σκάνια Βάµπις» ή «Βόλβο» εξυπηρετούσαν τον κόσµο, µε τον εισπράκτορα µέσα να κόβει τα εισιτήρια και σε µερικές στάσεις να ανεβαίνει και ο ελεγκτής για να τσακώσει κανέναν που «ξέχασε» να κόψει εισιτήριο! Λιγοστά ήταν τότε και τα αυτοκίνητα. Ποιος είχε λεφτά τη δεκαετία του ’50 και του ’60 για αυτοκίνητο; Φιατάκια και Ανατολικής Γερµανίας αυτοκίνητα, όπως το Βάρτµπουργκ, αλλά και µερικά Οπελ και Βόξολ. Πού και πού καµιά Μερσεντές ή Κάντιλακ! Ναι. Οι παραλήδες προτιµούσαν τα αµερικανικά αυτοκίνητα που οδηγούσαν αστέρες του κινηµατογράφου. Και νονοί της αµερικανικής Μαφίας.

Του ∆ιακογιάννη η φωνή

Και ο βασιλιάς των σπορ πάντα να κυριαρχεί. Τις ποδοσφαιρικές τους ικανότητες οι πιτσιρικάδες τις καλλιεργούσαν στις άφθονες αλάνες ή στον δρόµο της γειτονιάς. Σταµατούσαν όταν αραιά και πού περνούσε κανένα αυτοκίνητο. ∆εν έγιναν βέβαια ποδοσφαιριστές, που εκείνοι την εποχή άλλωστε δεν ζούσαν στα πλούτη των σηµερινών. Κανένα κοστούµι για δώρο και ένα πιάτο φαΐ. Και όταν τελείωνε η καριέρα τους, όταν -όπως λένε- «κρέµαγαν τα παπούτσια» τους περίµενε τους πιο γνωστούς στο πανελλήνιο µια θέση στο ∆ηµόσιο.

«Πως μας ενώνει και πως μας δονεί του Διακογιάννη η φωνή»

Κατά προτίµηση στη ∆ΕΗ και στον ΟΤΕ. Και οι λοιποί, οι εραστές της µπάλας, περίµεναν πώς και πώς την Κυριακή να πάνε στο γήπεδο όλοι µαζί, ανεξάρτητα τι οµάδα υποστήριζε ο καθένας. Και όλους µαζί «τους δονούσε του ∆ιακογιάννη η φωνή» στις δεκαετίες που ακολούθησαν. Και του Γιανναράκου στο ραδιόφωνο, αλλά και του Φουντουκίδη. Και τα πάρτι, αχ αυτά τα πάρτι που ήταν η ευκαιρία για κάποια φλερτ, πάντα από τους πιο τολµηρούς που περίµεναν στο πικάπ να παίξει κανένα µπλουζ για να αισθανθούν την επαφή µε το κορµί της κοπέλας και να καλπάσει η φαντασία. Αυτή και µόνο… Και µετά ήλθαν οι γάµοι, η οικογένεια και τα παιδιά που είναι δύσκολο να συλλάβουν ότι και αυτοί που τους γέννησαν ήταν κάποτε παιδιά…

Κυριακάτικη Απογευματινή