Στις 15 Ιουλίου, πριν από 51 χρόνια, είχε γίνει το πραξικόπηµα κατά του Μακαρίου από το δικτατορικό καθεστώς των Αθηνών, το οποίο οδήγησε στην τουρκική εισβολή και στις γνωστές περιπέτειες της Κύπρου, οι οποίες, µε εξαίρεση την ένταξη της Μεγαλονήσου στην Ε.Ε., συνεχίζονται µέχρι σήµερα.
Ηταν η µεγαλύτερη εθνική προδοσία της µεταπολεµικής Ελλάδας, ο Φάκελος της οποίας ως γνωστόν έκλεισε όπως έκλεισε προκειµένου να µην αναµοχλευθούν πολιτικά πάθη ή ακόµη και για άλλους λόγους, που ενδεχοµένως πιστεύαµε ότι θα τους µαθαίναµε αν συµπληρωνόταν τουλάχιστον µισός αιώνας από την τουρκική εισβολή. Το πραξικόπηµα της 15ης Ιουλίου του 1974 είχε πραγµατοποιηθεί από την Εθνική Φρουρά της Κύπρου, την ΕΛ∆ΥΚ και µερίδα στελεχών της ΕΟΚΑ Β’, που υποτίθεται ότι αποτελούσε τη συνέχεια της παλαιότερης υπό τον Γεώργιο Γρίβα (τον ∆ιγενή) Οργάνωσης που αντιστεκόταν στους Αγγλους, µε στόχο την ανεξαρτησία της Κύπρου. Η Φρουρά της Κύπρου τελούσε υπό τη διοίκηση Ελλήνων αξιωµατικών που ελέγχονταν από τη χούντα των συνταγµαταρχών του ∆ηµήτρη Ιωαννίδη, ο οποίος είχε ήδη ανατρέψει τον Γεώργιο Παπαδόπουλο.
Στόχος του πραξικοπήµατος ήταν η ανατροπή του προέδρου της Κυπριακής ∆ηµοκρατίας, Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’, µε απώτερο σκοπό, υποτίθεται, την ένωση της Κύπρου µε την Ελλάδα. Ηδη πριν από το πραξικόπηµα για την ανατροπή του Μακαρίου οι Τούρκοι, διά του τότε πρωθυπουργού τους Μπουλέντ Ετζεβίτ, είχαν προϊδεάσει την Αγγλία, που ήταν µία από τις εγγυήτριες δυνάµεις στην Κύπρο, για την εισβολή που ετοίµαζαν. Και που βεβαίως διευκόλυνε το πραξικόπηµα στην Κύπρο, καθώς δινόταν το προσχηµατικό επιχείρηµα στην Αγκυρα να παρέµβει, υπό την ιδιότητα της -επίσης- εγγυήτριας δύναµης. Εξίσου σηµαντικό είναι ότι ο Μακάριος είχε καταλάβει από πληροφορίες δικών του ανθρώπων ότι εξυφαινόταν συνωµοσία σε βάρος του.
Γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο -και επειδή είχε αντιληφθεί ότι πίσω από τη συνωµοσία βρισκόταν το καθεστώς των Αθηνών υπό τον νέο δικτάτορα Ιωαννίδηαποφάσισε να προειδοποιήσει τον τότε «πρόεδρο της Ελληνικής ∆ηµοκρατίας», στρατηγό Φαίδωνα Γκιζίκη. Στην επιστολή του, η οποία είχε ένα ιδιαίτερα αυστηρό και οξύ ύφος, δικαιολογηµένα, εκτός του ότι κατήγγελλε τη συνωµοσία, συγχρόνως απαιτούσε να αποµακρυνθούν από την Κύπρο οι Ελληνες αξιωµατικοί της ΕΛ∆ΥΚ και να αντικατασταθούν από άλλους, που θα αναλάµβαναν και την αναδιοργάνωση των κυπριακών Ενόπλων ∆υνάµεων. Μάλιστα, τρεις µέρες µετά την αποστολή της επιστολής εκείνης του Μακαρίου, η εφηµερίδα «Χαραυγή» του ΑΚΕΛ, του κυπριακού κοµµουνιστικού κόµµατος, δηµοσίευε ρεπορτάζ στο οποίο γινόταν εκτενής αναφορά για σχέδιο εκτροπής, προκειµένου να εκδιωχθεί ο Μακάριος και να εγκαθιδρυθεί άλλο καθεστώς. Ο Γκιζίκης, ο οποίος από τις αρχές του 1974 είχε συµφωνήσει µε τον Ιωαννίδη για τη διενέργεια πραξικοπήµατος σε βάρος του Μακαρίου, δεν απάντησε, όπως ήταν αναµενόµενο.
Και ο Ιωαννίδης αντελήφθη ότι το σχέδιό του είχε αποκαλυφθεί. Κι έτσι, δεκατρείς µέρες µετά, καθώς η επιστολή Μακαρίου είχε αποσταλεί στον Γκιζίκη στις 2 Ιουλίου του 1974, έγινε η επίθεση στο προεδρικό µέγαρο στη Λευκωσία, στο οποίο είχε επιστρέψει ο Μακάριος από το όρος Τρόοδος, όπου είχε πάει για ένα Σαββατοκύριακο. Σηµειωτέον ότι εκτός του ότι είχε αντιληφθεί τη σε βάρος του συνωµοσία, επιπλέον είχε προειδοποιηθεί -και µάλιστα από τον Ευάγγελο Αβέρωφ- ότι επρόκειτο να τον σκοτώσουν οι πραξικοπηµατίες. Η Εθνοφρουρά είχε ορµητήριο τα στρατόπεδα Καποτά και Κοκκινοτριµιθιάς, απ’ όπου ξεκίνησαν τα τεθωρακισµένα για το προεδρικό µέγαρο, στο οποίο επιτέθηκαν µε όλµους. Το κτίριο παραδόθηκε στις φλόγες και για τον λόγο αυτό οι πραξικοπηµατίες υπέθεσαν ότι ο Μακάριος είχε σκοτωθεί. Γι’ αυτό και διέδωσαν την πληροφορία περί θανάτου του, ώστε να µεταδοθεί από τους ραδιοφωνικούς σταθµούς. Αυτοί πράγµατι ανήγγειλαν τον θάνατο του Κύπριου εθνάρχη, πλην όµως αυτός είχε γλιτώσει καταφεύγοντας στην Πάφο.
Από εκεί έστειλε ραδιοφωνικό µήνυµα ότι είναι ζωντανός και πως συνεχίζει να µάχεται. Από την Πάφο ο Μακάριος αναχώρησε µε στρατιωτικό αεροπλάνο, που του είχαν παραχωρήσει οι Βρετανοί, για τη Μάλτα και µέσω αυτής για το Λονδίνο. Συγχρόνως, στη Λευκωσία ορκιζόταν νέος πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας ο Νικόλας Σαµψών, παλαιό στέλεχος της ΕΟΚΑ του ∆ιγενή, που σε διάγγελµά του είχε υποσχεθεί και την προκήρυξη εκλογών, µέσα σε ένα χρόνο το αργότερο. ∆ύο χρόνια µετά το πραξικόπηµα, στο οποίο συµµετείχε ενεργά ο Σαµψών, καταδικάστηκε σε 20 χρόνια φυλακή αλλά εξέτισε µικρό µέρος της ποινής του, δεδοµένου ότι το Ανώτατο ∆ικαστήριο της Κύπρου αποφάσισε να αποφυλακιστεί. Πέθανε στις 9 Μαΐου του 2001 σε ηλικία 66 ετών.
Κυριακάτικη Απογευματινή