Ηταν 6 Ιουλίου 1827, όταν οι τότε Μεγάλες ∆υνάµεις, όπως αποκαλούνταν τότε η Αγγλία, η Γαλλία και η Ρωσία, έλαβαν την απόφαση να επιβάλουν στους Τούρκους και συγκεκριµένα στον σουλτάνο Μαχµούτ Β’ τον τερµατισµό του πολέµου µε τους Ελληνες που είχαν εξεγερθεί το 1821 και να τους παραχωρήσει την ανεξαρτησία τους. Και µε την υπογραφή την ηµεροµηνία εκείνη της σχετικής Συνθήκης που έµεινε γνωστή ως Συνθήκη του Λονδίνου, αλλά και ως Ιουλιανή Συνθήκη, ετίθεντο στην ουσία οι βάσεις για το νέο ελληνικό κράτος, ως απόφαση των Μεγάλων ∆υνάµεων. ∆ιότι, κατά τα άλλα, η Οθωµανική Αυτοκρατορία δεν είχε συµφωνήσει για τη σχετική απόφαση, απορρίπτοντας τη Συνθήκη εκείνη.
Η απόρριψη από την Πύλη να αποδεχθεί την απόφαση των τριών Μεγάλων ∆υνάµεων είχε αποτέλεσµα τη Ναυµαχία του Ναβαρίνου στις 20 Οκτωβρίου του 1827, δυόµισι µήνες δηλαδή από τη Συνθήκη του Λονδίνου. Κατά τη ναυµαχία εκείνη καταστράφηκε από την Τριπλή Συµµαχία ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος. Είχε προηγηθεί µυστική συµφωνία µεταξύ των τριών Μεγάλων ∆υνάµεων να δοθεί διορία ενός µηνός στον σουλτάνο να κάνει δεκτή την παρέµβαση αυτή. Χρειάστηκε, τελικώς, να περάσουν ακόµη δυόµισι χρόνια συγκρούσεων των Ελλήνων µε τους Τούρκους µέχρι να υπογραφεί στις 22 Μαρτίου του 1829 το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, µε το οποίο γινόταν ακόµη ένα βήµα για τη σύσταση του νέου ελληνικού κράτους.
Η Συνθήκη του Λονδίνου και το περιεχόµενό της είχαν εκπονηθεί από τον Αγγλο υπουργό Εξωτερικών και φιλέλληνα Τζορτζ Κάνινγκ. Ο Κάνινγκ είχε κατορθώσει µε διπλωµατικές κινήσεις να αποκλείσει από τη διαµόρφωση του περιεχοµένου της Συνθήκης του Λονδίνου τον πανίσχυρο καγκελάριο της Αυστρίας, Μέτερνιχ, ο οποίος ήταν υπέρ της διατήρησης των συνόρων στην Ευρώπη όπως είχαν διαµορφωθεί και, βεβαίως, υπέρ της ακεραιότητας της Οθωµανικής Αυτοκρατορίας. Η δε Συνθήκη του Λονδίνου προέβλεπε αυτονοµία της Ελλάδας, η οποία όµως θα έπρεπε να καταβάλλει φόρο υποτελείας στον σουλτάνο. Ως νέο δε ελληνικό κράτος οι Μεγάλες ∆υνάµεις εννοούσαν αυτό που γνώριζαν ως κλασική Ελλάδα, που περιελάµβανε Αττική, Πελοπόννησο, Κυκλάδες και Εύβοια
Τα διάφορα στάδια
Ειδικότερα, συµφώνως προς τα αρχεία του υπουργείου των Εξωτερικών, η ανεξαρτησία της χώρας σε θεσµικό διπλωµατικό επίπεδο πέρασε διάφορα στάδια µέχρι την ολοκλήρωσή της, τα οποία περιελάµβαναν σειρά διεθνών Συνθηκών και Πρωτοκόλλων. Συνοψίζοντας εποµένως τις διαδοχικές Συνθήκες και τα Πρωτόκολλα που συνοµολογούσαν οι τρεις Μεγάλες ∆υνάµεις, έχουµε:
1. Τη Συνθήκη του Λονδίνου της 6ης Ιουλίου του 1827, την οποία είχαν υπογράψει Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία, όπως προαναφέρθηκε, και η οποία προέβλεπε την αυτονοµία µεν της Ελλάδας, αλλά µε την καταβολή φόρου υποτελείας στον σουλτάνο. Με τη Συνθήκη εκείνη δεν προσδιορίζονταν τα εδαφικά όρια του υπό σύσταση κράτους, αλλά αφήνονταν να προσδιοριστούν µέσω διαπραγµατεύσεων µεταξύ των συµβαλλόµενων µερών. Στη Συνθήκη εκείνη περιλαµβανόταν και µυστικό Πρωτόκολλο, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, σύµφωνα µε το οποίο δινόταν προθεσµία στον σουλτάνο να αποδεχθεί τη Συνθήκη και τους όρους της.
2. Το Πρωτόκολλο του Λονδίνου της 10ης/22ας Μαρτίου 1829 (µε το νέο ηµερολόγιο). Αυτό περιελάµβανε τους βασικούς όρους και στόχους όσον αφορά την Ελλάδα. Ο ετήσιος φόρος υποτελείας προσδιοριζόταν σε 1.500.000 γρόσια και τα σύνορα ορίζονταν στη γραµµή Αµβρακικού – Παγασητικού. Προβλεπόταν επίσης για την Ελλάδα χριστιανός κληρονοµικός ηγεµόνας.
3. Τη Συνθήκη της Αδριανουπόλεως (2/14 Σεπτεµβρίου του 1829) µε την οποία η Οθωµανική Αυτοκρατορία αποδέχθηκε τη Συνθήκη και το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, καθώς και τη συνοριακή γραµµή Αµβρακικού – Παγασητικού.
4. Το Πρωτόκολλο του Λονδίνου της 3ης Φεβρουαρίου του 1830, που θεωρείται το βασικό Πρωτόκολλο της Ανεξαρτησίας και είναι η πρώτη επίσηµη διεθνής πράξη µε την οποία αναγνωρίζεται η Ελλάδα ως πλήρως ανεξάρτητο κράτος. Βεβαίως µε το Πρωτόκολλο αυτό τα εδάφη του νέου κράτους µειώθηκαν σε σχέση µε τα οριζόµενα στο Πρωτόκολλο του 1829. Τα σύνορα ορίζονταν από τους ποταµούς Αχελώο στα δυτικά και Σπερχειό στα ανατολικά, ενώ στα εδάφη της ελληνικής επικράτειας περιελήφθησαν οι Σποράδες και η Εύβοια.
Σηµειωτέον ότι το Πρωτόκολλο αυτό όριζε για τη θέση του ηγεµόνα της Ελλάδας -όπου είχε προβλεφθεί από το Πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1829- τον πρίγκιπα Λεοπόλδο του Σαξ-Κόµπουργκ. Αυτός αρχικά είχε αποδεχθεί τη θέση, αλλά στη συνέχεια απέρριψε την πρόταση που του είχαν κάνει οι Μεγάλες ∆υ νάµεις. Ετσι, µετά τη δολοφονία του Καποδίστρια, µε νέα Συνθήκη της 7ης Μαΐου του 1832 βασιλιάς της Ελλάδας αναγορεύθηκε ο 17χρονος πρίγκιπας Οθωνας των Βίτελσµπαχ της Βαυαρίας. Η αλήθεια είναι ότι οι Μεγάλες ∆υνάµεις δεν είχαν δεχθεί οµόφωνα την επιλογή αυτή.
Εφημερίδα «Κυριακάτικη Απογευματινή»