Πολυτάλαντος, πολυπράγµων, αλλά πάντα χαµηλών τόνων ηθοποιός, ο Γιώργος Καραµίχος παραχώρησε στην «Κυριακάτικη Απογευµατινή» µια συνέντευξη εκ βαθέων: µοιράζεται σκέψεις για την Τέχνη, την αναγνώριση και την ουσία της ευτυχίας, αλλά και µιλά για το ρίσκο, τη σιωπή, την αφοσίωση και όσα καθορίζουν πραγµατικά την πορεία ενός δηµιουργού πέρα από τα φώτα της δηµοσιότητας.
Eπιστρέψατε στο Θέατρο Τέχνης έπειτα από 12 χρόνια µε τον «VANYA» του Σάιµον Στίβενς, σε σκηνοθεσία Αλέξανδρου Ραπτοτάσιου, όπου υποδύεστε 8 ρόλους.
Είναι κάτι που δεν έχω ξανακάνει στη ζωή µου και δεν ξέρω και πώς θα βγω από αυτό. Αλλά είναι µια µοναδική εµπειρία το να δικαιώνεις όλους τους χαρακτήρες ενός έργου. Γιατί συνήθως έχεις έναν ρόλο και τον υποστηρίζεις σε σχέση µε τους άλλους χαρακτήρες. Εδώ, σε κλάσµατα δευτερολέπτου πρέπει να επιλέξω την οπτική γωνία ενός άλλου ρόλου και µετά ενός άλλου. Και στη σκηνή, που είναι και οι οκτώ παρόντες, είναι εντυπωσιακό, γιατί την ώρα που παίζω τον έναν ρόλο έχω την αίσθηση του άλλου σαν να είναι έξω από µένα. Κυριολεκτικά αισθάνοµαι σαν να είναι µια εξωσωµατική εµπειρία, κάτι που αποτελεί και την πεµπτουσία του θέατρου.
Αλλά έχετε θεατρική παρουσία και ως σκηνοθέτης στο δράµα «Ευγένιος» του Frank McGuinness, στο θέατρο «Σηµείο».
Αυτή είναι µια ιστορία που ξεκίνησε πριν από αρκετά χρόνια, το είχα µεταφράσει και είχα ξεκινήσει και πρόβες το 2009-2010. Το ξαναβρήκα στα συρτάρια µου και κατάλαβα γιατί δεν είχε ανεβεί τότε. Γιατί η διαδικασία του πένθους (που σχετίζεται µε την υπόθεση του συγκεκριµένου έργου) µας αφορά όλους: και ως χώρα, αλλά και ως ανθρώπους. Ενα χαρακτηριστικό της κατάθλιψής µας παγκοσµίως είναι το ότι αρνούµαστε να διαχειριστούµε τον πόνο και την απώλεια. Αν και είµαστε όλοι συνδεδεµένοι µε τα µέσα µαζικής δικτύωσης, είµαστε επί της ουσίας αποξενωµένοι.
Η πολυπραγµοσύνη σας περιλαµβάνει ακόµη την καθηµερινή σειρά «Αγιος Ερωτας» και τη συµµετοχή σας σε µια γαλλική ταινία…
Αφού ανέβηκε η παράσταση και έκανα κάποιες µέρες γύρισµα για τον «Αγιο Ερωτα», είχα και τρεις µέρες γύρισµα για µια γαλλική παραγωγή – µια ταινία τρόµου που γυρίζεται στην Ελλάδα. Το µόνο που µπορώ να πω σχετικά, είναι ότι διαδραµατίζεται στη δεκαετία του ’70, στην εποχή της χούντας, και συµβαίνουν διάφορα σε κάποιους ανθρώπους που δεν είναι καθεστωτικοί. Επίσης, βγήκε στις 14 Νοεµβρίου µια σειρά στην οποία έκανα τα γυρίσµατα πέρυσι στο Amazon Prime, µια αγγλοµερικανική παραγωγή που λέγεται «Malice», µε τον David Duchovny και τον Jack Whitehall: είναι συνολικά έξι επεισόδια και εγώ παίζω στα δύο.
Τηλεόραση, κινηµατογράφος, θέατρο. Ποιο µέσο αισθάνεστε πιο κοντά σε εσάς και γιατί;
Συνολικά προτιµώ τον κινηµατογράφο και την κάµερα. Εχεις τη δυνατότητα να µπεις πιο βαθιά µε την κάµερα στις λεπτοµέρειες ενός ψυχισµού. Το θέατρο, πάλι, είναι σαν ένας µαραθώνιος όπου µπορεί να ανακαλύψεις τον ρυθµό της ανάσας σου στο 30ό χιλιόµετρο. Στο γύρισµα, οφείλεις να έχεις στην προετοιµασία σου κάποιες επιλογές και να εύχεσαι να είσαι τυχερός ώστε ο σκηνοθέτης να επιλέξει τη σωστή οπτική γωνία για να δείξει αυτό που αισθάνεσαι, το οποίο µπορεί να είναι µόνο ένα µικρό πετάρισµα του βλεφάρου. Στο θέατρο, η δέσµευση είναι πολύ µεγαλύτερη χρονικά και στην ηλικία που είµαι θέλω να κάνω πιο πειραµατικές δουλειές: θέλω να ρισκάρω µε τις επιλογές µου.
Ενας καλλιτέχνης τόσο δραστήριος έχει καθόλου ελεύθερο χρόνο;
Το φροντίζω. Γιατί ειδικά στην Ελλάδα, όταν ένα άλογο τρέχει κάνουµε τα πάντα για να το εξαντλήσουµε. Φροντίζω πλέον να παίρνω µεγάλα κενά εβδοµάδων ή και µηνών. Για να µπορώ έτσι να αφοσιωθώ στην οικογένειά µου, στους δικούς µου ανθρώπους, στον εαυτό µου, στη σιωπή, στα ταξίδια µου, στην εξερεύνηση άλλων κόσµων και στα βιβλία.
Επειτα από τόσα χρόνια πορείας, ποιες ερωτήσεις που σας κάνουν δεν θα θέλατε να χρειαστεί να απαντήσετε;
Συνήθως η ερώτηση που µε φέρνει σε δύσκολη θέση έχει να κάνει µε το αν αισθάνοµαι περήφανος για τη δουλειά µου ή για κάποια πράγµατα που έχω καταφέρει. Αυτή είναι µια ερώτηση που δεν ξέρω πώς να την απαντήσω, γιατί στη ζωή η ευτυχία δεν έρχεται απαραίτητα από κάποια επιτυχία.
Τι συµβουλή θα δίνατε στον νεαρό Γιώργο Καραµίχο, που µόλις τώρα ξεκινά την καριέρα του;
Να µην κάνει τόσο µεγάλη προσπάθεια να καταλάβει και να συγχωρήσει τους πάντες.
Ως ηθοποιός έχετε ευρέως αναγνωριστεί. Ποιο είναι το καλύτερο και ποιο το χειρότερο που ακολουθεί µια τέτοια αναγνώριση;
Το χειρότερο τίµηµα είναι η ανελευθερία. Το να µην µπορείς να είσαι σε όλους τους χώρους αυτός που είσαι, δηµοσίως, σε µια παραλία, ειδικά µε τη λαίλαπα του κινητού και της ενσωµατωµένης φωτογραφικής κάµερας. Η µεγαλύτερη ευλογία είναι οι στιγµές ησυχίας. Γιατί φέρουν όλη την τρικυµία µας µέσα τους.
Το θέατρο πώς το βλέπετε σήµερα στην Ελλάδα;
Το ταλέντο και το ρίσκο δεν λείπουν. Αλλά αν εξαιρέσω 4-5 δηµιουργούς, το επίπεδο δεν είναι πολύ υψηλό. Οσο για το κοινό, είναι λίγες οι παραστάσεις όπου δεν βλέπεις τα φώτα των κινητών και δεν ακούς τους ήχους των µηνυµάτων. Και το κοινό αυτό καθορίζει δυστυχώς και το θέαµα.
Εφημερίδα «Κυριακάτικη Απογευματινή»









