Δεν πρέπει να υπάρχει πιο ταιριαστή φράση για να καταγράψει όσα ζούμε εδώ και δεκαετίες στην καθημερινότητα του ελληνικού αθλητισμού από τη… «φέρτε μου ένα σύννεφο να πέσω»! Σε μια κοινωνία όπου ο όρος «αντικειμενικότητα» έχει πάψει να υφίσταται εδώ και χρόνια, καθένας βλέπει τα ίδια γεγονότα με εντελώς διαφορετικό πρίσμα, ανάλογα με το χρώμα των γυαλιών που φορά και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες λαμβάνουν χώρα.
Τι ισχύει διαχρονικά στον ελληνικό μας μικρόκοσμο; Όταν μια ομοσπονδία είναι «δική μας», το άθλημα που διοικεί… ζει και βασιλεύει, ο πρόεδρός της είναι «ευεργέτης», οι υποδομές και οι εθνικές ομάδες λειτουργούν υποδειγματικά. Όταν, πάλι, μια ομοσπονδία είναι του «εχθρού» -κάτι που συμβαίνει πάντα όταν δεν βρίσκεται υπό τον πλήρη έλεγχό μας-, o πρόεδρος είναι «πιόνι του συστήματος που μας κυνηγά», οι εθνικές ομάδες καταστρέφονται, το άθλημα φυτοζωεί.
Χιλιοπαιγμένο έργο σε σκηνοθεσία της συντριπτικής πλειονότητας των ιδιοκτητών των ανωνύμων εταιρειών σε ποδόσφαιρο και μπάσκετ, καθώς στο δικό μας εγχώριο περιβάλλον «ο πρώτος είναι τα πάντα και ο δεύτερος πρέπει να… τεκμηριώσει στα μάτια του υπέροχου λαού του ότι δεν ευθύνεται που έχασε την πρωτιά, αλλά έπεσε θύμα βρόμικης συμπαιγνίας».
Αφορμή για το σημερινό άρθρο η επιστολή διαμαρτυρίας που έστειλαν στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη οι πέντε διεθνείς μπασκετμπολίστες του Παναθηναϊκού AKTOR που συμμετέχουν στην προετοιμασία της Εθνικής ανδρών ενόψει Eurobasket. Αντικείμενό της; Η κατάφωρη αδικία που θεωρούν οι «πράσινοι» ότι υπέστησαν στους τελικούς της Basket League απέναντι στον Ολυμπιακό και η δεδομένη διαμάχη του «τριφυλλιού» σε όλα τα επίπεδα με τον πρόεδρο της ΕΟΚ, Βαγγέλη Λιόλιο.
Αφού ξεκαθαρίσουμε για άλλη μία φορά ότι είναι επιεικώς προβληματική (σε επίπεδο νοοτροπίας) η επίκληση του πρωθυπουργού μιας χώρας για να λυθούν τα… εν οίκω προβλήματα της αθλητικής της κοινωνίας, ας μιλήσουμε για τα προφανή.
Στο ίδιο έργο
Δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία φορά που μια ομάδα βρίσκεται σε ανοιχτό πόλεμο με μια ομοσπονδία. Το σενάριο παραμένει το ίδιο, απλώς διαφοροποιούνται οι πρωταγωνιστές και τα αθλήματα. Τη μια ο διαμαρτυρόμενος θα είναι «πράσινος», την άλλη «ερυθρόλευκος», την άλλη «κιτρινόμαυρος», την άλλη «μαυρόασπρος».
Άλλες φορές οι διαμαρτυρίες έχουν βάση, άλλες όχι. Σε κάθε περίπτωση καθένας τις ερμηνεύει βάσει του οπαδικού του υπόβαθρου, οπότε δεν έχει κανένα νόημα να… μαλλιοτραβηχτούμε για το ποιος έχει ανά περιόδους δίκιο και ποιος άδικο, γιατί είναι τόσο αυξημένες οι δόσεις του δηλητηρίου της τοξικότητας στον οργανισμό μας που θα χάσουμε τον χρόνο μας.
Το πρόβλημα είναι, δυστυχώς, ότι για άλλη μια φορά χρησιμοποιούνται αθλητές μιας ομάδας (ακόμη και μικρής ηλικίας) για να υπερασπιστούν την επικοινωνιακή ρητορική μιας ΠΑΕ ή ΚΑΕ.
Κάθε οργανισμός (όπως στην προκειμένη περίπτωση ο Παναθηναϊκός) έχει το αναφαίρετο δικαίωμα να υπερασπίζεται όπως κρίνει τα συμφέροντά του και εν συνεχεία να… κρίνεται και ο ίδιος για τις μεθόδους πίεσης που χρησιμοποιεί για να πετύχει τον στόχο του. Μπορεί να το πράξει με επίσημες ανακοινώσεις, με προσωπικές κινήσεις ή δηλώσεις του ιδιοκτήτη ή κορυφαίων στελεχών του. Να δεχθούμε ότι στο συγκεκριμένο γαϊτανάκι δύναται να συμμετέχουν και οι κορυφαίοι αθλητές κάθε ομάδας. Στο κάτω κάτω της γραφής, ένας πιο έμπειρος αθλητής διαθέτει και το απαιτούμενο ειδικό βάρος της ευθύνης που συνοδεύει κάθε δημόσια τοποθέτησή του.
Να υπογράφει όμως μια επιστολή διαμαρτυρίας προς τον πρωθυπουργό της χώρας ένα 20χρονο παιδί όπως ο Αλέξανδρος Σαμοντούροβ που πρέπει να έχει τη σκέψη του εστιασμένη 100% στο παρκέ; Κάπου έχουμε χάσει το μέτρο της τοξικότητας. Όχι ο Παναθηναϊκός. Όλοι μας!
Εφημερίδα Απογευματινή