Οι πολιτικοί φέτος δεν κάνουν διακοπές. Είναι πολύ ανήσυχοι και νευρικοί για να αφεθούν στην ανεμελιά των διακοπών. Περνούν τον χρόνο τους σε παρασκηνιακού τύπου συζητήσεις ή αγχωμένα τηλεφωνήματα περί δραματικών ανατροπών. Οι πολιτικοί πολύ πριν από το καλοκαίρι έχουν πέσει σε μια παγίδα. Διαβάζουν μέρα-νύχτα δημοσκοπήσεις και προσαρμόζουν στα στοιχεία από αυτές τις τακτικές τους.
Η παγίδα βρίσκεται στο ότι παγίως σε μη εκλογικούς χρόνους διαβάζουμε τις δημοσκοπήσεις ως πορεία των τάσεων στην κοινωνία και όχι ως πρόθεση ή εκτίμηση ψήφου. Επίσης τόσο μια κυβερνητική πλειοψηφία όσο και τα διάφορα κόμματα της αντιπολίτευσης κάνουν πολιτική με ορίζοντα και πρωτοβουλία και όχι στη βάση των ποσοστών που τους δίνουν οι δημοσκοπήσεις.
Αν δεν ήταν τόσο έντονη η αγωνία των πολιτικών για την κομματική και την προσωπική τους πολιτική επιβίωση, θα είχαν μεγαλύτερη αυτάρκεια, δυναμισμό και αυτοπεποίθηση στο να χαράσσουν πολιτικές και να αναζητούν τη λύση πάγιων ή συγκυριακών ζητημάτων και προβλημάτων, που θα τους έδινε ως απότοκο αναγνώριση από τους πολίτες σε αυτό που έλεγαν οι παλιότεροι «ήρθε η ώρα του λογαριασμού». Δηλαδή στις δημοκρατίες οι κάλπες.
Οι πολίτες σε μη εκλογικούς χρόνους πρώτον επιδεικνύουν μεγαλύτερη απογοήτευση για την εκάστοτε κυβέρνηση απ’ ό,τι την ώρα που ψηφίζουν, προσβλέποντας σε περισσότερα θετικά μέτρα από αυτήν. Επίσης κινούνται με ευκολία από το ένα κόμμα της αντιπολίτευσης σε ένα γειτονικό ανάλογα με τη συγκυρία, αλλά και το προφίλ που κάθε κόμμα συγκυριακά προτάσσει.
Η τυχόν εμπιστοσύνη σε κάποιο κόμμα της αντιπολίτευσης, σε συνθήκες όπως αυτές που επικρατούν για πολλά χρόνια πλέον στην Ελλάδα, δεν σημαίνει ότι ανοίγει ο δρόμος για κάποιο κόμμα της αντιπολίτευσης να αποκτήσει δυναμική διακυβέρνησης. Άρα, στη βάση των συνεχών δημοσκοπήσεων, που οι εταιρείες που τις διενεργούν έχουν κάθε εμπορικό και οικονομικό λόγο να προβάλλουν με άρωμα «αν είχαμε εκλογές αύριο» αλλά και τα μίντια που τις έχουν παραγγείλει να τις δημοσιοποιούν στο κυνήγι της τηλεθέασης, της ακροαματικότητας ή της αναγνωσιμότητας στο ύφος «αν είχαμε εκλογές σήμερα», η ψήφος εμπιστοσύνης ή απόρριψης των πολιτών είναι προσωρινή και δεν αφορά τον χρόνο των εκλογών, που είναι κάποια χρόνια μετά. Εκεί και τότε δηλαδή!
Αν αφήσουμε την πολυδαίδαλη αντιπολίτευση και δούμε τι συμβαίνει στην κυβερνητική πλειοψηφία, δεν είναι καθόλου λογική η ανασφάλεια που τη διακρίνει. Δεν είναι δυνατόν μια κυβέρνηση πλειοψηφίας και ευρέως ορίζοντα διακυβέρνησης να χαράσσει πολιτικές στη βάση των δημοσκοπήσεων και να μετρά τις πολιτικές της στη βάση των δημοσκοπήσεων. Πού είναι η πολιτική ανάλυση που προϋποθέτει οπτικές, εμπειρία, τόλμη, επιλογή και όραμα και είναι πολύ διαφορετική από την τεχνική ανάλυση των στοιχείων των δημοσκοπήσεων;
Οι πολιτικοί φέτος το καλοκαίρι δεν κάνουν διακοπές, γιατί αγωνιούν και επιχειρούν να προετοιμασθούν για το επερχόμενο φθινόπωρο. Το τελευταίο τετράμηνο του έτους θα κρίνει τις συνθήκες μέσα στις οποίες το 2026 θα μπουν στην άτυπη προεκλογική κούρσα. Για τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη και την εκλογικά πολύ ισχυρή Νέα Δημοκρατία η αγωνία που αποτυπώνεται αφορά το πώς θα φθάσει μέχρι τον Φεβρουάριο σε ποσοστά αποδοχής της τάξης του 33%-35% στις δημοσκοπήσεις.
Για τα κόμματα της αντιπολίτευσης τα κριτήρια και τα ζητούμενα είναι διακριτά για κάθε κόμμα. Για το ΠΑΣΟΚ του Ανδρουλάκη να παγιωθεί στην αξιωματική αντιπολίτευση, για τις διασπάσεις του ΣΥΡΙΖΑ τι θα κάνει ο πρώην πρωθυπουργός κ. Τσίπρας, για τη Δεξιά της Δεξιάς σε ποιον βαθμό η Νέα Δημοκρατία θα συνεχίσει να θυμίζει «Ποτάμι» αφήνοντας χώρο ύπαρξης και εδρών στο επόμενο κοινοβούλιο. Τελικά, όμως, όλοι άγονται και φέρονται από τις δημοσκοπήσεις και δίνουν έτσι την ευκαιρία να χαρακτηρίζονται από τους πολίτες -σε έναν γενικό αφορισμό- ως μια απέραντη μετριοκρατία…
Εφημερίδα Απογευματινή