Η αντιπολίτευση πήρε μηδέν ή ένα ολοστρόγγυλο κουλούρι…

Το πρώτο 48ωρο μετά τις εξαγγελίες της ΔΕΘ αναπαράγονται τα γνωστά συνθήματα και τσιτάτα. Πόσο κοστίζει, πού θα βρεθούν οι πόροι, ποια αιτήματα και ανάγκες πρέπει να προτεραιοποιηθούν και γιατί – τίποτα
09:55 - 9 Σεπτεμβρίου 2025

Αν κάτι θεωρητικά θα έπρεπε να είχαμε μάθει από την επώδυνη και βαθιά τραυματική «περιπέτεια» των μνημονίων θα ήταν να μετράμε. Μέχρι το 2009, η χώρα δεν γνώριζε πόσους ακριβώς δημοσίους υπαλλήλους είχε και τους υπολόγιζε στο περίπου. Δεν μπορούσε να βάλει κάτω τους αριθμούς και να φτιάξει μια πλήρη αναλογιστική μελέτη για κύριες και επικουρικές συντάξεις με χρονικό ορίζοντα δεκαετιών. Δεν ήξερε καλά-καλά πώς να μετράει σωστά το δημοσιονομικό της έλλειμμα.

Το κόστος που πληρώσαμε γι’ αυτό -και φυσικά για πλείστα όσα ακόμα προβλήματα δημοσιονομικά, διαρθρωτικά, πολιτικά- ήταν βαρύ, κράτησε μία ολόκληρη δεκαετία και τα τραύματα θα αργήσουν πολλά χρόνια ακόμα να επουλωθούν πλήρως. Πήραμε όμως τα μαθήματα που έπρεπε; Αντλήσαμε τα κατάλληλα διδάγματα;

Στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης έχει δημιουργηθεί μια παράδοση λίγων δεκαετιών που θέλει τον εκάστοτε πρωθυπουργό να παρουσιάζει από εκεί, στις αρχές Σεπτεμβρίου, ένα «πακέτο» παροχών, μεταξύ άλλων με αυξήσεις μισθών ή/και συντάξεων, μειώσεις φόρων και διεύρυνση επιδομάτων.

Μια παράδοση, βέβαια, στην οποία έχουν ουσιαστικά εγκλωβιστεί όλες οι κυβερνήσεις, καθώς ανεξάρτητα του μακροπρόθεσμου σχεδιασμού τους και του οικονομικού κύκλου, πρέπει να βρουν κάτι γενναιόδωρο να ανακοινώσουν στη ΔΕΘ. Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, βρίσκουμε μια αντιστοιχία στο State of the Union (ομιλία για την κατάσταση της Ένωσης), που εκφωνεί ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών στην αρχή κάθε έτους και παρουσιάζει συνολικά το όραμα και τη στρατηγική του, το νομοθετικό έργο που σχεδιάζει, τους στόχους που θέτει, κ.λπ. Ετήσιο «ραντεβού» με εξαγγελίες παροχών, πλην της φθινοπωρινής συζήτησης στα Κοινοβούλια για τον Προϋπολογισμό του επόμενου έτους, δύσκολα θα συναντήσουμε σε κάποιο άλλο προηγμένο κράτος.

Ας επιστρέψουμε, όμως, στο μέτρημα. Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού ξεκίνησε αυτή την άσκηση, όπως πληροφορούμαστε, από τα τέλη Απριλίου και έφτασε στους τελικούς αριθμούς στα τέλη Αυγούστου, τέσσερις μήνες μετά δηλαδή. Υπολόγισε ότι από το πλεόνασμα του Προϋπολογισμού «περισσεύει» 1,6 δισ. ευρώ, τσέκαρε ότι όλα είναι σύμφωνα με τους δημοσιονομικούς κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έκανε την πολιτική επιλογή να επικεντρωθεί σχεδόν αποκλειστικά στη μείωση της φορολογίας εισοδήματος και δη στους εργαζόμενους με παιδιά. Κάποιες παρεμβάσεις ακόμα εξαγγέλθηκαν, όπως οι στοχευμένες γεωγραφικά μειώσεις του ΕΝΦΙΑ (η στόχευση εδώ πιθανώς έχει κάποιες αστοχίες με μειώσεις στις αποκαλούμενες «πλούσιες» περιοχές κάποιων νησιών) και του ΦΠΑ, αλλά η βασική φιλοσοφία του «πακέτου» της φετινής ΔΕΘ ήταν ότι κατά βάση δεν πρόκειται για πακέτο: Αφορά ως επί το πλείστον την οριζόντια μείωση των άμεσων φόρων και την έμμεση έτσι ενίσχυση του εισοδήματος όλων των εργαζομένων και των συνταξιούχων – άλλων περισσότερο και άλλων λιγότερο.

Τι θα περίμενε κανείς από την αντιπολίτευση; Πρώτον, κάθε κόμμα -στο μέτρο των δικών του δυνατοτήτων- να έχει μια ομάδα με έμπειρους στα οικονομικά, στη φορολογία, στο ασφαλιστικό, κ.λπ. και φυσικά με πολιτικά στελέχη που να διαμορφώνουν τον κορμό της οικονομικής φιλοσοφίας του κόμματος.

Με τη βοήθεια αυτής της ομάδας, θα παρουσίαζε μια αντιπρόταση με τρόπο έτσι ώστε να υπάρχουν σαφείς και καθαρές απαντήσεις σε συγκεκριμένα ερωτήματα: Έπρεπε ο Προϋπολογισμός να έχει πλεόνασμα που ξεπερνά το 1,5 δισ. ευρώ ή μήπως έπρεπε προκαταβολικά να είχαν γίνει ελαφρύνσεις ώστε να μην έχουν πληρώσει νοικοκυριά και επιχειρήσεις αυτά τα χρήματα στο κράτος; Μήπως, πάλι, έπρεπε να έχουν συγκεντρωθεί περισσότερα χρήματα -και πόσα- με αυξημένη φορολόγηση σε συγκεκριμένους κλάδους ή εισοδήματα; Σε κάθε περίπτωση, τα όποια χρήματα ήταν πλεονάζοντα στον Προϋπολογισμό, πρέπει να δοθούν με τον τρόπο που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός το Σάββατο το βράδυ στο Βελλίδειο ή πρέπει να αξιοποιηθούν για άλλους σκοπούς και ποιους ακριβώς; Όλα αυτά μελετημένα, κοστολογημένα, συγκροτημένα.

Αυτό θα ήταν βέβαια πέρα από ένας ζωντανός και ζωηρός πολιτικός διάλογος, πάνω σε στέρεες βάσεις, και μία απόδειξη ότι το πολιτικό σύστημα έπαθε και έμαθε. Ότι συνειδητοποίησε πως επί χρόνια, πριν από την κρίση χρέους, φώναζε ότι οι τάδε αυξήσεις ή οι δείνα παροχές ισοδυναμούν με ένα κουλούρι την ημέρα, χωρίς να γνωρίζει πόσο κοστίζει το αλεύρι για να γίνει το κουλούρι, από πού το προμηθευόμαστε και τι αποθέματα στην πραγματικότητα έχουμε.

Τίποτε από αυτά δεν έγινε. Το πολιτικό προσωπικό στο σύνολο σχεδόν της αντιπολίτευσης είτε δεν έχει την επάρκεια να κατανοήσει αυτό που κάποτε ονομάζαμε πολιτική οικονομία είτε δεν διαθέτει τους κατάλληλους συνεργάτες είτε απλώς δεν έχει τη διάθεση για εις βάθος ανάλυση. Το πρώτο 48ωρο μετά τις εξαγγελίες της ΔΕΘ, αναπαράγονται τα γνωστά συνθήματα και τσιτάτα ότι αυτές δεν είναι επαρκείς, πως η «χ» κοινωνική ομάδα και ο «ψ» επαγγελματικός κλάδος δεν ικανοποιήθηκαν, ότι μια σειρά από αιτήματα φορέων δεν έγιναν δεκτά κ.λπ. Πόσο κοστίζει το καθένα από αυτά, πού θα βρεθούν οι πόροι, ποια αιτήματα και ανάγκες πρέπει να προτεραιοποιηθούν και γιατί – τίποτα, μηδέν ή για να το πούμε πιο σχηματικά, ένα ολοστρόγγυλο κουλούρι…

Εφημερίδα Απογευματινή