Η ακρίβεια θολώνει την εικόνα

Στην παρούσα φάση δείχνει η κυβέρνηση ότι αποκτά αντανακλαστικά απέναντι στην ακρίβεια. Υπάρχουν μειώσεις τιμών, συναντήσεις ακόμη και του πρωθυπουργού με επιχειρηματίες των σουπερμάρκετ ή των ενεργειακών εταιρειών
11:29 - 18 Οκτωβρίου 2025

Είναι παράλογο κι όμως συμβαίνει. Σε σειρά πρόσφατων δημοσκοπήσεων στο ερώτημα που τίθεται «κατά πόσον η κατάσταση της οικονομίας σήμερα είναι περισσότερο θετική από εκείνη πριν από το 2019» οι απαντήσεις αιφνιδιάζουν.

Περισσότεροι από 50% των ερωτώμενων στην κάθε έρευνα από αυτές δηλώνουν ότι η κατάσταση στην καθημερινότητα και την οικονομία ήταν καλύτερη πριν από το 2019. Δεν χρειάζεται να δούμε τους βασικούς δείκτες της οικονομίας, την κατάσταση των επιχειρήσεων και των τραπεζών, αλλά και το επίπεδο αύξησης μισθών και μείωσης φόρων για να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι αυτή η απάντηση στερείται λογικής. Αυτό χωρίς να υπολογίσουμε τις πολύμορφες επιδοματικές πολιτικές στήριξης, τις στεγαστικές ενισχύσεις, τη μείωση της φοροδιαφυγής και πολλά ακόμη.

Πέραν από τα στοιχεία και το εντυπωσιακά πιο ενισχυμένο διεθνές προφίλ, που επηρεάζει τις ξένες και εγχώριες επενδύσεις ή τον δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών, θα ήταν από μόνον του παράλογο στην έξοδο των μνημονίων η οικονομία και η κατάσταση πραγμάτων στην καθημερινότητα των πολιτών να ήταν καλύτερη απ’ ό,τι είναι σήμερα, επτά χρόνια μετά. Γιατί όμως οι πολίτες απαντούν με αυτόν τον τρόπο στις δημοσκοπήσεις και τις έρευνες; Για όλα φταίει το αυξημένο κόστος στην καθημερινότητα. Τόσο στα προϊόντα όσο και στις υπηρεσίες. Για να το πούμε πιο συγκεκριμένα: το κόστος ζωής στην Ελλάδα, με έμφαση στο Λεκανοπέδιο ή τη Θεσσαλονίκη είναι τόσο υψηλό που καταστρέφει την αισιοδοξία και την αυτάρκεια του μέσου νοικοκυριού. Και μπορεί το δημόσιο χρέος της χώρας να υποχωρεί ακόμη και με πρόωρες αποπληρωμές των δόσεων -αφού κάτι τέτοιο είναι δημοσιονομικά εφικτό- τα πλεονάσματα να αυξάνονται, όπως και τα εισοδήματα, όμως το κόστος ζωής μεγαλώνει γρηγορότερα από τις θετικές εξελίξεις.

Οι Έλληνες -μετά την τραγωδία της δημοσιονομικής χρεοκοπίας που υπέστησαν στις δουλειές, τους μισθούς και τις συντάξεις τους, όπως και η δομική ρωγμή στο πλέγμα κρατικής και κοινωνικής προστασίας που εμπεδώθηκε-, δεν μπορούν να ανακτήσουν τη συνολική εθνική ματιά τους. Αποκλεισμένοι στον τοξικό πλανήτη των social media, τον οικονομίστικο ατομισμό της φιλελεύθερης αποϊδεολογικοποίησης ή αντίστοιχα την εμμονική αντιδραστικότητα της Αριστερής ανταρσίας, αδυνατούν να παρακολουθήσουν με κάπως αντικειμενικό τρόπο τις εξελίξεις στην οικονομία. Ή, με άλλη προσέγγιση, δεν τους ενδιαφέρει να τις παρακολουθήσουν. Στο επίκεντρο του κόσμου που αντιλαμβάνονται είναι το «εγώ» τους και φυσικά σε ένα σύνολο από «εγώ» δεν μπορεί να υπάρξει εθνική ή συλλογική συνοχή .

Από την άλλη πλευρά, η διακυβέρνηση Μητσοτάκη και τα αρμόδια υπουργεία υποβάθμισαν την πραγματικότητα της εκτός ελέγχου αύξησης του κόστους ζωής στην Ελλάδα. Ακολούθησαν ένα απλοϊκό πολιτικά και κοινωνικά θεώρημα σύμφωνα με το οποίο εφόσον έχουμε συνεχή ανάπτυξη, είναι εύλογο ότι κάποια αύξηση του πληθωρισμού θα είχε ως αποτέλεσμα την άνοδο του κόστους ζωής. Δεν κατάλαβαν νωρίς ότι το κόστος ζωής όταν τρέχει με τέτοιους ρυθμούς, ακυρώνει μια θετική συζήτηση και προπάντων οπτική για την οικονομία.

Ο λόγος πηγαίνει στα καρτέλ της αγοράς, ισχυροποιούνται οι ανισότητες μεταξύ των κοινωνικών τάξεων στη βάση του εισοδήματος, αποξενώνεται η διακυβέρνηση από την κοινωνική συναίνεση. Η απόκλιση που προκύπτει λοιπόν μεταξύ της πραγματικότητας της οικονομίας που είναι βελτιωμένη και την καθημερινότητα μεγάλης πλειοψηφίας πολιτών που νιώθουνε εγκλωβισμένοι σε έναν «βάλτο» μιζέριας αποκτά λογική.

Στην παρούσα, πλέον, φάση δείχνει η κυβέρνηση ότι αποκτά αντανακλαστικά απέναντι στην ακρίβεια. Υπάρχουν μειώσεις σε κωδικούς προϊόντων, συναντήσεις ακόμη και του πρωθυπουργού με επιχειρηματίες των σουπερμάρκετ ή των ενεργειακών εταιρειών και ούτω καθεξής. Αλλά και στην περίπτωση αυτή βλέπουμε ότι έχουν ενεργοποιηθεί ο πρωθυπουργός προσωπικά και το γραφείο του.

Άρα, η διακυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και όσο πλησιάζουμε στο προεκλογικό 2026 χρειάζεται επειγόντως το επιτελικό κράτος που έχει απορυθμιστεί στην πορεία προκειμένου να υπάρξει καλύτερος συντονισμός και σύνθεση προτεραιοτήτων στο κυβερνητικό έργο. Οι υπουργοί δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους, αλλά περιμένουν εντολές και εμπλοκή του πρωθυπουργού για να κινηθούν και αυτό είναι πρόβλημα.