Στο άκουσμα της είδησης του θανάτου του Τζον Ρόμπερτσον, το πιο πιθανό είναι ότι οι νεότεροι σε ηλικία ποδοσφαιρόφιλοι δεν ένιωσαν κάποια νοσταλγία. Ενδεχομένως κάποιοι, μάλλον από περιέργεια, κλικάρισαν σε μια από τις ιστοσελίδες που φιλοξένησαν την είδηση και απλώς έβγαλαν το συμπέρασμα ότι ένας πρώην ποδοσφαιριστής της Νότιγχαμ Φόρεστ -προφανώς αρκετά καλός στην εποχή του-, «έφυγε» από τη ζωή, ανήμερα τα Χριστούγεννα, σε ηλικία 72 ετών. Όσοι προχώρησαν περισσότερο θα αντιλήφθηκαν ότι κάποιοι συγκλονίστηκαν με την ανακοίνωση του χαμού ενός θρύλου που πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της 16χρονης καριέρας του ως παίκτης στην πόλη που είναι χτισμένη στη συμβολή του ποταμού Λην με τον ποταμό Τρεντ, στην κομητεία του Νότιγχαμσαϊρ.
Ο λόγος είναι ότι ο Τζον Ρόμπερτσον δεν ήταν απλώς ένας καλός ποδοσφαιριστής. Ήταν αυτός που ο τεράστιος, Μπράιαν Κλαφ αποκάλεσε «Πικάσο στο χορτάρι». Αν αυτός ο χαρακτηρισμός δεν αρκεί σε κάποιους, η περιγραφή από τον Τζον ΜακΓκόβερν, τον δύο φορές κάτοχο του Κυπέλλου Πρωταθλητριών και αρχηγό της θρυλικής Νότιγχαμ Φόρεστ, μοιάζει με ποδοσφαιρικό παράσημο. Χωρίς περαιτέρω σχόλια, απολαύστε τη: «Όταν προσπαθώ να πω στους ανθρώπους πόσο καλός ήταν, μπορεί να είναι δύσκολο, επειδή ήταν πριν από πάνω από 40 χρόνια. Αυτό που λέω λοιπόν είναι: “Ξέρετε, πριν από μερικά χρόνια υπήρχε ένας τύπος που ονομαζόταν Ράιαν Γκιγκς, ο οποίος έπαιζε μέχρι τα 40 του και θεωρούνταν ένας από τους καλύτερους αριστερούς εξτρέμ όλων των εποχών; Λοιπόν, ο Τζον Ρόμπερτσον ήταν σαν τον Ράιαν Γκιγκς, αλλά με δύο καλά πόδια, όχι ένα”. Είχε περισσότερες ικανότητες από τον Γκιγκς, η αναλογία του στα γκολ ήταν καλύτερη και συνολικά ήταν ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής».

Στην παμπ
Αυτός ήταν ο Τζον Ρόμπερτσον που δεν σου γέμιζε το μάτι. Με περίσσια κιλά, κορμί που μόνο ποδοσφαιριστή δεν θύμιζε και συμπεριφορά που παρέπεμπε σε ιδιοκτήτη παμπ, αυτό που έγινε για κάποιο διάστημα αφού κρέμασε τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια. Εκεί όπου έπινε μπίρες πίσω από την μπάρα στην παμπ «Old Greyhound» στο Άσλοκτον, με το τσιγάρο να κρέμεται ανάμεσα στα δάχτυλά του -καπνιστής και ως ποδοσφαιριστής- και να λέει ιστορίες στους θαμώνες. Ως ιδιοκτήτης παμπ, απέτυχε παταγωδώς. Τα τελευταία χρόνια, επιστρατεύοντας το γλασκωβιανό του χιούμορ, έλεγε: «Είναι δίκαιο να πω ότι ήμουν καλύτερος στο ποδόσφαιρο παρά στο να διευθύνω μια παμπ».
Ο Ρόμπερτσον μαράζωνε στο City Ground μέχρι την ημέρα που ο Μπράιαν Κλαφ έφτασε εκεί τον Ιανουάριο του 1975, απελευθερώνοντας το μυαλό και το ταλέντο που είχαν κρυφτεί πίσω από τη συνήθως ατημέλητη εμφάνιση του Σκωτσέζου. Το αποτέλεσμα ήταν η σπουδαία ομάδα της Φόρεστ στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Ο «Ρόμπο» θεωρήθηκε ο πιο επιδραστικός παίκτης σε ένα σύνολο που κατάφερε πολλά και έφτασε να πανηγυρίσει το Κύπελλο Πρωταθλητριών το 1979 νικώντας στον τελικό την Μάλε, με μια απίθανη δική του σέντρα και μια εξαιρετική κεφαλιά του Τρέβορ Φράνσις, αλλά και να επαναλάβει τον θρίαμβο έναν χρόνο αργότερα με δικό του γκολ στο Μπερναμπέου κόντρα στο Αμβούργο. Ο Ρόμπερτσον βρέθηκε επίσης στο επίκεντρο της ρήξης μεταξύ του Κλαφ και του επί χρόνια βοηθού του, Πίτερ Τέιλορ, το 1983. Ο Κλαφ δεν συγχώρεσε ποτέ τον Τέιλορ, ο οποίος πηγαίνοντας στην Ντέρμπι Κάουντι, πήρε τον Ρόμπερτσον με μεταγραφή με αμοιβή που αποφάσισαν τα δικαστήρια και κυρίως χωρίς να τον ενημερώσει για τα σχέδιά του.
Καλλιτέχνης
Πολλά χρόνια αργότερα, στην αυτοβιογραφία του ο Κλαφ σημείωνε: «Σπάνια θα μπορούσε να υπάρξει πιο απίθανος επαγγελματίας αθλητής… ατημέλητος, ακατάλληλος, αδιάφορος, χάσιμο χρόνου… αλλά κάτι μου έλεγε ότι άξιζε να επιμείνω και έγινε ένας από τους καλύτερους ποδοσφαιριστές που έχω δει ποτέ».
Έγραψε επίσης: «Αν ποτέ δεν ένιωθα καλά, καθόμουν δίπλα του, επειδή σε σύγκριση με αυτόν τον χοντρό, εγώ ήμουν ο Έρολ Φλιν (σ.σ. Αυστραλός ηθοποιός). Αλλά με μια μπάλα και μια γιάρδα χορταριού γινόταν καλλιτέχνης. Ο Πικάσο του παιχνιδιού μας».
Ο Τζον Ρόμπερτσον φόρεσε τη φανέλα της Νότιγχαμ Φόρεστ από το 1970 έως το 1983 μετρώντας 61 γκολ σε 386 συμμετοχές, εν συνεχεία αγωνίστηκε στην Ντέρμπι Κάουντι μετρώντας 3 γκολ σε 72 συμμετοχές, για να επιστρέψει για μία σεζόν στη Νότιγχαμ Φόρεστ (1985-86) μετρώντας 11 εμφανίσεις. Ο Ρόμπερτσον συνέβαλε στο νικητήριο γκολ των «κόκκινων» στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών ενάντια στη Μάλμε το 1979, δίνοντας την ασίστ στον Φράνσις για το ιστορικό γκολ της Νότιγχαμ. Είχε επίσης 28 συμμετοχές με την εθνική ομάδα της Σκωτίας, συμμετέχοντας σε δύο Παγκόσμια Κύπελλα το 1978 και το 1982.
Εφημερίδα Απογευματινή










