Διπλά κερδισμένοι είναι όσοι ασφαλισμένοι συνταξιοδοτούνται και εξακολουθούν να εργάζονται, λαμβάνοντας σύνταξη και μισθό, γεγονός που προκαλεί για τρίτη συνεχή χρονιά μαζική έξοδο για συνταξιοδότηση, καθώς -με τα υπάρχοντα στοιχεία και τον ρυθμό αιτήσεων- η έξοδος στο τέλος του έτους αναμένεται να αγγίξει πάλι τους 200.000. Από τις 600.000 συνταξιοδοτήσεις των τελευταίων τριών ετών υπολογίζεται ότι πάνω από 200.000 συνεχίζουν να εργάζονται, κυρίως μηχανικοί, γιατροί, δικηγόροι, απασχολούμενοι στον ιδιωτικό τομέα, αλλά και ελεύθεροι επαγγελματίες.
Τι προβλέπεται
Αν ένας ασφαλισμένος έχει συμπληρώσει 40 έτη στην εργασία, δεν του απομένει κανένα κίνητρο ώστε να συνεχίζει να ασφαλίζεται. Ενώ από τα 35 μέχρι τα 40 έτη ασφάλισης, η ανταποδοτική σύνταξη αυξάνεται κατά 2,55% για κάθε χρόνο, πάνω από τα 40 μόλις κατά 0,5% το έτος. Δηλαδή, αν κάποιος έχει μεικτό μισθό 2.200 ευρώ, το κέρδος ως πρόσθετη σύνταξη από τα 35 έτη και μετά υπολογίζεται σε 180 ευρώ τον χρόνο.
Με τη συνταξιοδότηση, κάποιος μπορεί να κάνει μια δική του δουλειά χωρίς καμία επίπτωση στις αποδοχές του. Αντιθέτως, θα λαμβάνει και ένα αξιοσέβαστο ποσό από τον ΕΦΚΑ, το οποίο δεν μπορεί να είναι κάτω από 1.000 ευρώ τον μήνα (με 40 έτη ασφάλισης). Οι ελεύθεροι επαγγελματίες, με επιπλέον επιβάρυνση 90 ευρώ τον μήνα υπέρ ΕΦΚΑ (συνταξιούχος/ελεύθερος επαγγελματίας), γλιτώνουν τα τεκμήρια των αυτοαπασχολουμένων. Ενώ στον ίδιο (εμπορικό) δρόμο, ο επαγγελματίας/γείτονας πρέπει να πληρώσει φόρο για καθαρό εισόδημα τουλάχιστον 14.000-15.000 ευρώ, ακόμη και αν δεν είχε καν τέτοιο τζίρο τον περασμένο χρόνο, ο συνταξιούχος/ελεύθερος επαγγελματίας δικαιολογεί τα τεκμήρια διαβίωσης με τη σύνταξή του.
Παραμένοντας ένας συνταξιούχος στην εργασία του, μπορεί να συμπληρώσει ένσημα ώστε να λάβει πλήρη σύνταξη. Αντίθετα, ένας ασφαλισμένος κινδυνεύει να πάρει υψηλότερη μεικτή σύνταξη από τα 1.431 ευρώ και να πληρώσει Εισφορά Αλληλεγγύης (ΕΑΣ) 3%. Και επειδή η ΕΑΣ, όταν κάποιος υπερβαίνει ένα όριο/κλιμάκιο, επιβάλλεται στο σύνολο της σύνταξης, με έναν χρόνο επιπλέον εργασίας μπορεί ο συνταξιούχος να βρεθεί τελικά με μικρότερη σύνταξη.
2,55% η προσαύξηση στην ανταποδοτική σύνταξη για κάθε χρόνο εργασίας από τα 35 μέχρι τα 40 έτη ασφάλισης
– Για παράδειγμα, συνταξιούχος με 2.000 ευρώ συντάξιμες αποδοχές παραμένει έναν επιπλέον χρόνο στην εργασία του, εισπράττοντας από αυτόν και την επιχείρηση ο ΕΦΚΑ πάνω από 8.640 ευρώ σε εισφορές. Εάν με τα 40 έτη λάμβανε σύνταξη 1.751 ευρώ, θα πλήρωνε εισφορά 3% ήτοι μηνιαία παρακράτηση 52,5 ευρώ. Ως συνταξιούχος των 1.752 ευρώ, καθώς ο ασφαλισμένος του παραδείγματός μας έμεινε στην ασφάλιση για έναν επιπλέον χρόνο, θα πληρώσει ΕΑΣ 6% επί ολόκληρης της σύνταξης, ήτοι θα του γίνεται μηνιαία παρακράτηση 105 ευρώ.
Επικουρική
Με 38 ή 40 χρόνια στην ασφάλιση, το ποσοστό της επικουρικής σύνταξης είναι 18%-19%. Και με συντάξιμο μισθό 1.700 ευρώ, βγαίνει επικουρική πάνω από 300 ευρώ μεικτά τον μήνα. Και πάλι λοιπόν δεν συμφέρει η περαιτέρω ασφάλιση. Ισχυρό κίνητρο για συνταξιοδότηση και παράλληλα συνέχιση της απασχόλησης είναι και η νέα ρύθμιση που φέρνει το υπουργείο Εργασίας και προβλέπει ότι η προσαύξηση στη σύνταξη για την εργασία του συνταξιούχου (7,5 ευρώ για κάθε έτος ανά χιλιάδα αμοιβής) δεν θα υπόκειται σε ΕΑΣ, δεν θα αυξάνεται το κλιμάκιο επιβολής της εισφοράς.
Κοντολογίς, εάν κάποιος ασφαλισμένος καθίσει περισσότερα χρόνια στην εργασία για να βελτιώσει τις συντάξιμες αποδοχές του, κάτι που συμφέρει και το Δημόσιο/ΕΦΚΑ αφού θα εισπράττει εισφορές και δεν θα καταβάλλει συντάξεις, ως συνταξιούχος θα τιμωρηθεί με υπερδιπλάσια ΕΑΣ. Εάν όμως συνταξιοδοτηθεί, απολαμβάνει τις καταβολές του ΕΦΚΑ και, εφόσον συνεχίσει να απασχολείται, μπορεί να βελτιώσει τη σύνταξή του, χωρίς μάλιστα να επιβαρύνεται δυσανάλογα με ΕΑΣ.
Εφημερίδα Απογευματινή