Από το 2025 το εφάπαξ των δημοσίων υπαλλήλων αλλάζει οριστικά χαρακτήρα, καθώς παγιώνεται το διπλό μοντέλο υπολογισμού. Η μετάβαση αυτή επηρεάζει κυρίως όσους έχουν το μεγαλύτερο μέρος του ασφαλιστικού τους χρόνου μετά το 2014, ενώ όσοι διαθέτουν πολλά χρόνια πριν την κρίσιμη αυτή χρονιά παραμένουν σε ευνοϊκότερη θέση.
Από το γενναιόδωρο παλιό μοντέλο στο ανταποδοτικό σύστημα
Μέχρι πρόσφατα, το εφάπαξ υπολογιζόταν με βάση τα έτη ασφάλισης έως το 2013 και τον μέσο όρο αποδοχών της περιόδου 2009–2013, ένα μοντέλο που θεωρούνταν ιδιαίτερα γενναιόδωρο καθώς στηριζόταν σε μισθούς προ κρίσης.
Από το 2014 και μετά, οι εισφορές καταγράφονται πλέον σε ατομικούς λογαριασμούς και το ύψος της παροχής εξαρτάται αποκλειστικά από όσα έχουν καταβληθεί, χωρίς σύνδεση με παλαιότερα μισθολογικά δεδομένα. Το εφάπαξ παύει έτσι να είναι μια συλλογικά υπολογιζόμενη παροχή και μετατρέπεται σε πραγματικά ανταποδοτική.
Πώς υπολογίζεται το εφάπαξ
Από την επόμενη χρονιά εφαρμόζεται πλήρως ο συνδυαστικός τρόπος υπολογισμού:
Ένα μέρος θα αφορά τα χρόνια ασφάλισης έως το 2013, με το «παλιό» ευνοϊκό μοντέλο.
Το υπόλοιπο θα προκύπτει από τις εισφορές της περιόδου μετά το 2014.
Όσο μεγαλύτερο το κομμάτι της περιόδου έως το 2013, τόσο υψηλότερο το τελικό εφάπαξ. Αντίθετα, η αύξηση των ετών μετά το 2014 οδηγεί σε χαμηλότερα ποσά.
Τα στοιχεία δείχνουν ήδη μείωση: το μέσο εφάπαξ για το 2025 εκτιμάται στις 23.275 ευρώ, έναντι 24.417 ευρώ το 2023, καταγράφοντας αισθητή συμπίεση.
Ποιοι ευνοούνται
Ευνοημένοι παραμένουν όσοι διαθέτουν μεγάλο μέρος του εργασιακού τους βίου μέχρι το 2013, καθώς για αυτούς το μεγαλύτερο τμήμα του εφάπαξ υπολογίζεται με το παλιό σύστημα, που εξακολουθεί να αποδίδει υψηλότερα ποσά.
Σε καλύτερη θέση βρίσκονται επίσης όσοι έχουν ήδη υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης πριν από την πλήρη εφαρμογή των αλλαγών, καθώς το ποσό τους δεν επηρεάζεται από τις νέες περικοπές.
Ποιοι βλέπουν μειώσεις
Ιδιαίτερα επηρεάζονται όσοι έχουν το μεγαλύτερο μέρος της ασφαλιστικής τους πορείας μετά το 2014. Για αυτούς, το ύψος του εφάπαξ εξαρτάται αποκλειστικά από τις πραγματικές εισφορές τους, χωρίς να συνδέεται με τα υψηλότερα προ κρίσης μισθολογικά δεδομένα.
Ενδεικτικά, δημόσιος υπάλληλος με 35 χρόνια υπηρεσίας που αποχωρεί το 2025 αναμένεται να λάβει περίπου 25.069 ευρώ, ενώ αντίστοιχος εργαζόμενος που αποχώρησε το 2018 είχε λάβει γύρω στις 32.038 ευρώ, δηλαδή σχεδόν 7.000 ευρώ περισσότερα.
Ένα σύστημα πιο κοντά στα ευρωπαϊκά πρότυπα
Το νέο μοντέλο απομακρύνει το εφάπαξ από τη λογική της αυτοματοποιημένης αποζημίωσης και το μετατρέπει σε πλήρως ανταποδοτική παροχή, η οποία αντικατοπτρίζει τη διάρκεια και το ύψος των εισφορών κάθε εργαζόμενου.
Πρόκειται για μια μεταβολή που εναρμονίζει την Ελλάδα με τα ευρωπαϊκά ασφαλιστικά συστήματα, αλλά παράλληλα δημιουργεί έντονες διαφορές μεταξύ παλαιών και νέων γενεών δημοσίων υπαλλήλων — με τους νεότερους, που εισήλθαν στην υπηρεσία μετά το 2014, να διαπιστώνουν μικρότερες τελικές αποδόσεις σε σχέση με τους παλαιότερους συναδέλφους τους.









